Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2019

Το ταγκό της Σπανιόλας

Μοιάζεις σαν όλους τους πίνακες, αλλά δεν είναι έτσι. Γλυκιά μου Σπανιόλα, είσαι κεντημένη στο χέρι, κάθε τετραγωνάκι σου είναι με πολύ αγάπη και μεράκι. Σε έχει κεντήσει η δικιά μου γιαγιά για μένα, ναι ένα δώρο για να την θυμάμαι σαν μεγαλώσω. Και να μεγάλωσα και είμαι τώρα εδώ μαζί σου μόνος και έρημος να σε κοιτώ. Έχεις δει τα δάκρυα, τον θυμό, μα και τον πόνο μου. Με είδες να είμαι ευτυχισμένος και να χοροπηδάω από χαρά. Όλες οι στιγμές της ζωής μου, μέσα εδώ, είναι αποτυπωμένες στον άψυχο πίνακα σου, που μου κρατάει συντροφιά τις μοναχικές μου βραδιές. 

Απόψε κάνει κρύο, ο αέρας λυσσομανά και η βροχή χτυπάει με δύναμη τα παραθύρια μου, νιώθω μόνος και πληγωμένος. Μετά τον χωρισμό μου με την Λίζα, δεν έχω διάθεση για τίποτα πια. Δεν θέλω φίλους, δεν θέλω καν να βγαίνω από το σπίτι. Δεν ξέρω τι μου συμβαίνει, μα η λύπη έχει εγκατασταθεί πια, μόνιμα στην καρδιά μου. Σήμερα νιώθω απογοητευμένος και αποκαμωμένος να σου μιλήσω άλλο, θα γύρω εδώ στην πολυθρόνα δίπλα στο τζάκι. Όμως, στάσου να το ανάψω, να ζεσταθούμε λιγάκι. Ω!!! γλυκιά μου Σπανιόλα η φλόγα από το τζάκι σου δίνει ζωή, έτσι που καθρεφτίζει στο τζάμι του καμβά σου. Τα χρώματα  ζωντάνεψαν, σου δίνουν μια ιδιαίτερη, εξωτική ομορφιά.  Μα τι όμορφη μελωδία είναι αυτή που ακούω; Σπανιόλα παίζεις κιθάρα τώρα; ο ήχος είναι γλυκύτατος μαζί με την βροχή κάνουν συγχορδία. Μου κλείνεις το μάτι πονηρά; κάτι θέλεις να μου πεις, βλέπω το πονηρό σου ύφος. Έλα πες μου μην με κρατάς σε αγωνία.- Θέλω Χάρη, να χορέψουμε μαζί ένα ταγκό, ένα ταγκό, που θα κρατήσει όλο το βράδυ και αμέσως πετάχτηκε από τον πίνακα και ήρθε πλάι μου, χαμογελώντας.





Δεν ξέρω πόσες ώρες πέρασαν χορεύοντας με την όμορφη Σπανιόλα μου, μα ένιωσα τόσο ωραία. Είχε κάτι μαγικό αυτός ο χορός. Από το μουντό δωμάτιο και τη βροχή,  βρεθήκαμε ξαφνικά έξω στο δρόμο, να χορεύουμε κάτω από τα αστέρια. Τα μαλλιά της, λαμποκοπούσαν  από το φως του φεγγαριού.  Το προσωπάκι της ήταν χαμογελαστό, σε όλη την διάρκεια του χορού. Καθώς χορεύαμε, μου φάνηκε πως είδα σε ένα παραθύρι την γιαγιά μου να κεντάει τον πίνακα, δίπλα ήταν η μητέρα μου και εγώ σε μικρή ηλικία. Έπειτα, εξαφανίστηκε με μιας το παραθύρι και βρεθήκαμε σε μια γέφυρα, να συνεχίζουμε τον όμορφο χορό μας. Μα και πάλι, είδα με την άκρη του ματιού μου, την γιαγιά μου να μου χαμογελάει και να με κοιτάει με αγάπη, στην στροφή του δρόμου. Κάποια στιγμή μάλιστα, ένιωσα το χέρι της γιαγιάς μου να μου χαϊδεύει στοργικά το κεφάλι, μα όταν ξανακοίταξα είδα την Σπανιόλα μου να μου χαμογελαει γλυκά.


Κλείσε τα μάτια και απόλαυσε τις στιγμές, μου λέει η Σπανιόλα με την ήρεμη φωνή της. Χορεύαμε ακούραστοι, χωρίς σταματημό, ένα ταγκό που όμοιο του δεν υπήρχε, ναι ήταν μοναδικό, μαγικό. Να μην είσαι λυπημένος, μου ψιθύρισε κάποια στιγμή, να είσαι δυνατός, αγάπες θα βρεις και άλλες στην ζωή σου. Γύρισα και την κοίταξα στα μάτια, για ένα λεπτό, μου φάνηκε πως άκουσα την φωνή της γιαγιάς μου. Όμως, έκανα λάθος ήταν εκείνη, που μου έκανε την τιμή να χορέψει μαζί μου.  Ήταν η νεράιδα μου και ήρθε την κατάλληλη στιγμή, να μου αναπτερώσει το ηθικό και να μου ξαναδώσει χαρά και διάθεση για ζωή. Ίσως όμως να έβαλε και το χεράκι της η γιαγιά μου, από εκεί ψηλά, γιατί με υπέρ αγαπούσε όσο ζούσε και σίγουρα θα θέλει να με βλέπει χαρούμενο.

 

Δεν ξέρω πόσες ώρες χορεύαμε, ούτε αν ήταν μια νύχτα ή πολλές, ξέρω μόνο πως αφέθηκα στην αγκαλιά της και το απολάμβανα με όλη την ψυχή μου. Κάποια στιγμή ο ήχος της βροχής σταμάτησε, μαζί και η μουσική. Η Σπανιόλα πήγε πάλι στην θέση της, μέσα στο κάδρο και σαν να μην βγήκε ποτέ από εκεί. Η αίσθηση που είχα τώρα ήταν μόνο χαρά και αισιοδοξία, καμία λύπη, κανένας καημός. Λες και ένα μαγικό χέρι ξερίζωσε μέσα από την καρδιά μου, όλα αυτά που με βασάνιζαν. Ξημέρωσε, ώρα να βγω να δω τις πρώτες ακτίνες του ήλιου. Σε ευχαριστώ μικρή μου Σπανιόλα, μου έφτιαξες το κέφι. Δεν ξέρω αν ονειρεύτηκα ή αν ήταν αληθινό όλο αυτό που έζησα το βράδυ, η καρδιά μου όμως γέμισε ελπίδα και αγάπη για την ζωή. Κάτι που είχα ξεχάσει εδώ και καιρό.  Ναι μελαχρινή Σπανιόλα μου, έστω και στα όνειρα μου που ήρθες,  με έβγαλες από την μοναξιά και την μιζέρια μου. Τώρα πια μπορώ να ελπίζω σε μια νέα ζωή και γιατί όχι και σε μια καινούρια αγάπη.


Μύριαμ Κ. Ρόδος

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

oraio !!!!!!!!! sigoura den einai dikos soy......bebea exeis grapsi kai kalitera.......pote den tha xoreves me mia spaniola.....spaniolo nai........

Μύριαμ είπε...

Φυσικα και ειναι δικο μου, δεν χορευω εγω στο διηγημα αλλα ενας χαρακτηρας ανθρωπου που φανταστηκα και διημιουργησα, ετσι ειναι τα διηγηματα.

Ανώνυμος είπε...

Tha eithela na matho kati exo afto to pinaka poy eise apo to 1837

Ανώνυμος είπε...

Mipos gnorizeti ti iatoria exei????