Σάββατο 30 Ιουνίου 2012

ΑΝΙΣΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΒΙΑ



Ανισότητα στις σχέσεις
ανισότητα στις λέξεις
κούφια η πολιτική
κλούβια η δανειακή


Όλα ανάποδα περνάνε 
οι πολίτες μας πεινάνε
και το σύστημα νοσεί
φταίχτες οι  πολιτικοί


Η Πόπη φεύγει Αμερική
η Μαρία  Αφρική
ο Στέλιος μένει Αθήνα 
και πεθαίνει από τη πείνα



Τα χάλια μας είναι μεγάλα
τα ευρώ την έκαναν κοπάνα
ή σε τσέπες αρμενίζουν
ή στο εξωτερικό γυρίζουν


Μόνη λύτρωση παιδιά
να τους πιάσουμε από τα αυτιά
το μυστικό να μαρτυρήσουν
και τα ευρώ να μας γυρίσουν


Όλοι οι κλέφτες φυλακή
να καθίσουν στο σκαμνί
άρση θέλουμε ασυλίας
και κατάργηση  της βίας



Βία είναι να πεινάς
βία είναι να χρωστάς
βία και να προσκυνάς
άλλο όμως  μην σιωπάς


Μύριαμ Κ. Ρόδος

Παρασκευή 29 Ιουνίου 2012

ΛΙΝΔΟΣ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΟΝ ΜΕΣΑΙΩΝΑ


Πριν μερικές  μέρες, μαζευτήκαμε μια μεγάλη παρέα και αποφασίσαμε να πάμε σε ένα φεστιβάλ. Είχε εκείνη την ημέρα στην Λίνδο, αναπαράσταση της εποχή του Μεσαίωνα και των ιπποτών. Ξεκινήσαμε λίγο πριν πέσει ο ήλιος και στο δρόμο, σταθήκαμε λίγο να δούμε το υπέροχο ηλιοβασίλεμα. Η διαδρομή ήταν πολύ ευχάριστη, καθώς περνούσαμε από ωραία μέρη.  Οι σκηνές του τοπίου  ήταν μαγευτικές. Όταν φτάσαμε είχε πια βραδιάσει, το κάστρο της Λίνδου ήταν φωτισμένο και πανέμορφο. Εξέπεμπε  την λάμψη του παλιόυ του μεγαλείου.  Σταματήσαμε, λίγο ψηλότερα από εκεί που ήταν το φεστιβάλ, για να αφήσουμε  το αμάξι.

Αμέσως μετά, αρχίσαμε να κατηφορίζουμε για το μικρό χωριουδάκι. Η πρώτη εικόνα που αντικρίσαμε ήταν δυο γαϊδουράκια δεμένα. Ήταν σαν να να τα έβαλαν εκεί για να υποδεχτούν τους  επισκέπτες. Σταματήσαμε για λίγο να τα χαζέψουμε και να τα βγάλουμε μια φωτογραφία. Μετά πήραμε πάλι την κατηφόρα. Μια παράξενη μουσική ακουγόταν από παντού, που σε μετέφερε αμέσως σε μια άλλη εποχή. Όταν φτάσαμε επιτέλους, το θέαμα που αντικρίσαμε ήταν φανταστικό. Μέσα στα στενά υπήρχαν παντού πυρσοί,  δεξιά και αριστερά και χάμω στα δρομάκια ήταν σκορπισμένα στάχυα. Ακόμα, υπήρχαν ιππότες πάνω στα άλογα,  χωριατοπούλες  και παιδιά, ντυμένα με τα ρούχα της μεσαιωνικής εποχής ντυμένα, να διασχίζουν αργά όλα τα στενά. 


Πατώντας προσεχτικά να μην γλιστρήσουμε φτάσαμε στην πλατεία. Η μουσική τώρα πια ήταν δυνατή, κοιτάξαμε γύρω και είδαμε κοπέλες ντυμένες με ενδυμασίες της εποχής εκείνης,  να τραγουδούν και να παίζουν κάποια όργανα. Υπήρχε και μια νύφη με έναν σταυροφόρο γαμπρό, πολύ όμορφη εικόνα και αυτή. Δίπλα από το ζευγάρι μια κοπέλα κερνούσε κρασί, πήραμε όλοι από ένα ποτηράκι και καθίσαμε σε μια γωνιά να απολαύσουμε το θέαμα. Παντού έβλεπες ιππότες και κοπέλες ντυμένες χωριατοπούλες, να περιφέρονται. Οι ξένοι τουρίστες και οι ντόπιοι, δεν σταματούσαν να παίρνουν φωτογραφίες και βίντεο. Υπήρχαν στην μέση της πλατείας και κάτι χειροκίνητοι μύλοι που δεν ξέρω τι άλεθαν, ίσως σιτάρι εκείνη την εποχή. Καθίσαμε και ακούγαμε μαγεμένοι την πρωτόγνωρη για εμάς μουσική. Ο κόσμος ήταν χαρούμενος και το διασκέδαζε και όλη την ώρα πήγαινε πέρα δώθε. 

Κάποια στιγμή αποφασίσαμε να φύγουμε και πήραμε πάλι τον δρόμο της επιστροφής, που περνούσε από  τα στενάκια. Ξαφνικά καθώς περπατούσαμε ακούστηκαν πάλι όργανα και ένας χτύπος από κουδούνι.  Σταματήσαμε και είδαμε να περνάει μια πομπή από ιππότες και χωριατοπούλες.  Ήταν η τελευταία εικόνα από το φεστιβάλ της  όμορφης παλιάς εποχής που είδαμε.Έπειτα,  συνεχίσαμε τον δρόμο μας, χαζεύοντας ταυτόχρονα και τα μικρά τουριστικά μαγαζάκια, που υπήρχαν εκεί. 

Μπήκαμε στο αμάξι και ξεκινήσαμε, σε μια στροφή όμως του δρόμου, καθώς ήταν ύψωμα βλέπαμε το πανέμορφο κάστρο πάλι της Λίνδου και σταματήσαμε για λίγο να το χαζέψουμε.Τέτοιες εικόνες το ανθρώπινο μάτι δεν τις χορταίνει.  Ήταν ένας τέλειος  συνδυασμός, της φύσης με το ανθρώπινο χέρι που βοήθησε, για να έχουμε αυτό το υπέροχο θέαμα.


Όποιοι δεν έχετε βρεθεί  σε τέτοια μέρη και σε τέτοιες εκδηλώσεις σας λέω ότι χάνετε μια όμορφη εμπειρία, γεμάτη ευχάριστα   συναισθήματα και εντυπωσιακές παραστάσεις. Μόλις θα μπορέσετε να τα επισκεφτείτε.    Για τους Ροδίτες δεν το συζητώ, επιβάλλεται να πηγαίνουν. Γιατί υπάρχουν πολλοί  συντοπίτες που δυστυχώς από αμέλεια δεν τα έχουν δει. Υπάρχει και στην μεσαιωνική πόλη της Ρόδου  (την παλιά πόλη όπως την λέμε εμείς)  ένα παρόμοιο φεστιβάλ και  πιο μεγάλο, από αυτό της Λίνδου. Όμως το καθένα είναι ξεχωριστό και μοναδικό γιατί είναι δυο διαφορετικά μέρη, με την δική τους ιστορία. Να τα επισκεφτείτε έτσι;

Μύραμ Κ. Ρόδος

Τετάρτη 27 Ιουνίου 2012

ΤΙ ΑΛΛΑΞΕ ΤΩΡΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ

Πολλά άλλαξαν  ρε παιδιά, γιατί μουρμουράτε όλη την ώρα; Στις προηγούμενες εκλογές είχαμε ΠΑΣΟΚ και  ΝΔ, τώρα δεν είναι έτσι η σειρά, είναι ΝΔ και ΠΑΣΟΚ. Βλέπετε; έχουμε αλλαγή στην σειρά, αυτό άλλαξε για όσους αναρωτιούνται. Το πρόβλημα μας όλο ήταν η σειρά,  τώρα που λύθηκε το θέμα όλα θα πάνε ρολόι μην σκάτε.  Και δουλειά θα βρούμε και πλούσιοι θα γίνουμε και το σύστημα  υγείας θα βελτιωθεί. Όπως και η παιδεία. Οι γυναίκες που δεν μπορούσαν να κάνουν παιδιά, γιατί δεν θα είχαν να τα ταΐσουν,  τώρα με την αλλαγή σειράς θα κάνουν  τρίδυμα. Οι γέροι θα δουν την σύνταξη τους να διπλασιάζεται, ο ουρανός θα γαλανίσει, η γη θα ανθίσει, τα πουλιά θα κελαηδήσουν σε χαρούμενο ρυθμό.  Το σπίτι θα μυρίσει από φαγητά, το συσσίτιο θα βάλει παραπάνω μερίδες. Ε τι άλλο θέλετε πια αχάριστοι; Άλλαξε ο Μανωλιός και έβαλε τα ρούχα του αλλιώς, όπως και να το πείτε αλλαγή είναι.

Είδατε τι σας κάνει μια μικρή αλλαγή στην σειρά; Ε και  δεν το ξέραμε νωρίτερα για να την κάνουμε, δεν μας το είπατε. Άντε ησυχία τώρα και μην γκρινιάζετε, όλα θα πάνε καλά. Εγώ πάντως ησύχασα τώρα που κατάλαβα ότι έφταιγε η σειρά.




Μύραμ Κ. Ρόδος

Τρίτη 26 Ιουνίου 2012

MIA MIΚΡΗ ΛΕΞΟΥΛΑ

 
Με ρώτησαν για να τους πω

ένα γρίφο φοβερό

ποιο είναι τόσο δα μικρό

που ομορφαίνει, γαληνεύει,

μας χαροποιεί και μας ευφραίνει;



Τα όνειρα μας χρωματίζει

τραγουδάει και μας γεμίζει

την χορδή όταν αγγίζει

η χαρά μας πλημμυρίζει







Σε ένα κόσμο μαγικό

ονειροπόλο μα ζεστό

είναι πάντα μόνο δυο

να το πω, να μην το πω;




Η λεξούλα που ζητάς

και στα μάτια με κοιτάς

είναι δώρο Θεϊκό

πρέπει να 'ναι, το αγαπώ




Μύραμ Κ. Ρόδος

Κυριακή 24 Ιουνίου 2012

ΤΑ ΔΑΚΡYΑ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ

Μαζί με την γη φτιάχτηκε και το στερέωμα του ουρανού. Στον ουρανό κατοικούν χιλιάδες άγγελοι. Είναι όλες αυτές οι αθώες παιδικές ψυχούλες που χάθηκαν. Λέγεται ότι οι άγγελοι είναι ευτυχισμένοι και ζουν πάνω εκεί ψηλά και μπορούν όλα να τα δουν.  Ακόμα λένε ότι στεναχωριούνται μόνο όταν οι άνθρωποι πονούν και αντίστοιχα  χαίρονται με την χαρά τους.

Κάποτε ήταν μια πολύ σκληρή γυναίκα, μέγαιρα την φώναζαν γιατί δεν αγαπούσε κανένα άνθρωπο. Μια μέρα έφτασε στην πόρτα της μέγαιρας ένα γεροντάκι. Ήταν ξυπόλυτος με ένα παντελόνι γεμάτο από τρύπες, μια και ήταν το μοναδικό που είχε. Στα χέρια του το γεροντάκι βαστούσε ένα μπουκάλι άδειο και έψαχνε να βρει νερό. Καθώς είδε το σπίτι της, σκέφτηκε να χτυπήσει την πόρτα και να ζητήσει νερό. Ήταν αποκαμωμένος και πεινασμένος, μα δεν θα ζητούσε φαγητό, λίγο νερό ήθελε, να ξεδιψάσει και να ξεγελάσει  την πείνα του. Φτάνει λοιπόν στο σπίτι της μέγαιρας και χτυπάει διακριτικά την πόρτα. Ποιος τολμά να χτυπήσει την πόρτα μου; ακούστηκε μια αγριεμένη φωνή. Εγώ, είμαι ένας περαστικός που διψάει και θέλει λίγο νερό. Εκείνη την στιγμή ανοίγει η πόρτα και προβάλει ένα κακάσχημο τριχωτό, που έμοιαζε με γυναίκα. Δεν έχω νερό τράβα στην δουλειά σου του είπε και χτύπησε με δύναμη την πόρτα, στα μούτρα του γέρου. Ο γεράκος κάθισε στο κατώφλι ανήμπορος να προχωρήσει.

Ξαφνικά μια δυνατή βροχή ξεσπάει και κάνει μούσκεμα το γεροντάκι. Αυτός χάρηκε πολύ όμως και προσπαθούσε με την παλάμη του να κρατήσει λίγο νερό για να πιεί. Όλη την νύχτα παιδευόταν να μαζέψει νερό μα δεν τα κατάφερε. Το πρωινό όταν άνοιξε η μέγαιρα την πόρτα, τον είδε κοκαλιασμένο και μελανό από το κρύο. Ο θυμός της ήταν μεγάλος που το γεροντάκι  τόλμησε  να μείνει στην πόρτα της όλη νύχτα, δεν σκέφτηκε ούτε  για μια στιγμή πως χάθηκε μια ζωή εξαιτίας της. Φώναξε κάποιον μισοπάλαβο από το χωριό, γιατί μόνο αυτός της μιλούσε και την ανεχόταν, μια που είχε τα λογικά του σαλεμένα. Πάρτον γρήγορα από εδώ και θάψε τον σε καμιά γωνιά στο δάσος, του είπε με επιτακτική φωνή, σαν να έφταιγε ο τρελός  ο καημένος. Εκείνος καθώς η λογική του ήταν μηδαμινή, την υπάκουσε και έθαψε τον γέρο.

Το ίδιο βράδυ άνοιξαν οι ουρανοί, έβρεχε καταρρακτωδώς. Το σπίτι της μέγαιρας άρχισε να μπάζει από παντού νερό και αυτή  πάνω που πήγε να την πάρει ο ύπνος, σηκώθηκε και άρχισε  να μουρμουράει και να τα βάζει με τον Θεό. Όταν το νερό έφτασε μέχρι τα πόδια της άρχισε να φωνάζει για να την βοηθήσουν.  Όμως από την κακία της που δεν ήθελε να βλέπει κανέναν άνθρωπο, είχε φτιάξει το σπίτι της μακριά από το χωριό. Μα και πάλι αν την άκουγαν, δεν θα πήγαινε κανείς να την βοηθήσει.  Επειδή ήταν κακιά και δεν τους έλεγε ποτέ καλημέρα, μα και γιατί όλοι έμαθαν για την κατάληξη του γεράκου από το πρωί  εξαιτίας της. Βλέπετε  η παροιμία από τρελό και από παιδί μαθαίνεις την αλήθεια, επικράτησε και τώρα. Ο τρελός όλο το πρωί γύριζε  παντού  και έλεγε την ιστορία με τον γέρο που έθαψε.

Η βροχή δεν έλεγε να σταματήσει και η στάθμη του νερού όλο ανέβαινε. Όταν έφτασε μέχρι τα μάτια της, άρχισε να χάνει τις αισθήσεις της. Δυο μικρά χεράκια  τότε, άρχισαν να τραβάνε την μέγαιρα από το νερό. Εκείνη δεν ήξερε αν ήταν όνειρο ή πραγματικότητα. Όταν την έβγαλαν από το νερό άρχιζαν να την σηκώνουν ψηλά, πολύ ψηλά, μέχρι που έφτασαν στον ουρανό. Η μέγαιρα είχε μείνει άγαλμα, δεν μπορούσε ούτε να μιλήσει.  Την άφησαν πάνω σε ένα σύννεφο μουντό και μαύρο. Και τότε της είπαν, κοίταξε από ψηλά και θα δεις όλο τον κόσμο. Να δες εκεί, ένα παιδάκι  κλαίει γιατί δεν έχει η μαμά του να του αγοράσει παιχνίδια. Η γυναίκα παρακολουθούσε με προσοχή, πράγματι μπορούσε να δει τα πάντα από εκεί ψηλά. Ξαφνικά βλέπει τον αδελφό της να ζητιανεύει σε μια μεγάλη πόλη. Γούρλωσε τα μάτια της και είπε, ζει ο αδελφός μου; τον είχα για πεθαμένο. Μήπως φρόντισες ποτέ να ρωτήσεις τι απέγινε; είπε ένα αγγελάκι.

Το σύννεφο που την κρατούσε πάνω του,  κινήθηκε και πήγε σε μια άλλη χώρα,  όπου γινόταν πόλεμος. Παντού πτώματα, παιδιά, γυναίκες, γέροι, όλοι έτρεχαν μέσα σε ένα σύννεφο καπνού κλαίγοντας και ψάχνοντας μέρος να κρυφτούν. Η μέγαιρα, πρόσεξε πως τα αγγελάκια, κάθε φορά που έβλεπαν ένα άσχημο γεγονός, έβαζαν τα κλάματα και τα δάκρυα τους,  γινόταν  βροχή και έπεφταν στην γη. Μετά το συννεφάκι κατέβηκε πιο χαμηλά, στην πόλη που γινόταν ο πόλεμος. Σε ένα σπιτάκι φτωχικό, ζούσε μια οικογένεια. Η μαμά και τα τέσσερα παιδιά της, ο άντρας της ήταν στον πόλεμο και πολεμούσε για την πατρίδα του. Καθώς παρακολουθούσε την οικογένεια, βλέπει μια ομάδα στρατιωτών, να μπαίνει και να τουφεκίζει την γυναίκα, μαζί με  τα παιδιά της. Τον άντρα της οικογένειας, μετά από λίγες μέρες τον έπιασαν αιχμάλωτο, μαζί με άλλους στρατιώτες. Ο νέος άντρας κατάφερε να το σκάσει και  να ξαναπάει στο μέτωπο. Όταν όμως πληροφορήθηκε το τραγικό τέλος της οικογένειας του, ορκίστηκε  να πολεμήσει αυτούς τους  εχθρούς της πατρίδας  και δολοφόνους των δικών ανθρώπων.

Ήταν σπουδαίος πολεμιστής και έκανε πολλά κατορθώματα εις βάρος των εχθρών. Η πολιτεία όταν τέλειωσε ο πόλεμος   του έδωσε ένα παράσημο για την ανδρεία του και αυτό ήταν όλο.  Μετά τον πέταξε στον δρόμο αφού είχε κάνει την δουλειά της. Ο άντρας φανερά γερασμένος και κουρασμένος από τα βάσανα, τριγυρνούσε στους δρόμους. Πολλές φορές, του έδιναν κάποιοι άνθρωποι, λίγο φαγητό και κάτι κέρματα, για να αγοράσει λίγο ψωμί. Το σύννεφο χαμήλωσε τώρα αρκετά και η μέγαιρα είδε καθαρά ότι αυτός ο γενναίος γεράκος ήταν αυτός που του έκλεισε την πόρτα κατάμουτρα. Τότε για πρώτη φορά στην ζωή της, η καρδιά της μαλάκωσε και ένα δάκρυ κύλησε στο πρόσωπο της. Μα τι κακούργα που είμαι; μονολογούσε φωναχτά, λίγο νεράκι μου ζήτησε ο καημένος και εγώ του αρνήθηκα. Οι τύψεις που μέχρι τώρα της ήταν άγνωστη λέξη, άρχισαν να την βασανίζουν. Πως το έκανα εγώ αυτό; γιατί τόση απονιά μέσα μου να υπάρχει; πως έγινε η καρδιά μου σκληρή σαν πέτρα; σκεφτόταν και άρχισε να κλαίει δυνατά τώρα. Τα αγγελάκια της λένε, κοίτα, τα δάκρυα σου ποτίζουν την γη, κυλάνε μέσα σε ρυάκια και γίνονται ένα με την θάλασσα. Τα δάκρυα από μετάνοια, είναι η καλύτερη βροχή στην γη, όλα επωφελούνται από αυτήν. Κλάψε, κλάψε να την  ποτίσεις, για  να μην υπάρχει ξηρασία. Γιατί η ξηρασία στην γη, προέρχεται από την απονιά του κόσμου.

Η μέγαιρα δεν άκουγε άλλο πια τι της έλεγαν, παρά μόνο έκλαιγε συνέχεια. Κάποια στιγμή άστραψε και βρόντησε τόσο δυνατά, που πετάχτηκε από το κρεβάτι της. Μα που είμαι; πως βρέθηκα εδώ; όνειρο ήταν είπε ανακουφισμένη και σηκώθηκε. Η βροχή όμως δυνάμωνε, έβρεχε στα αλήθεια. Τότε θυμήθηκε τον γεράκο και έτρεξε στην πόρτα, τον βρήκε εκεί κουλουριασμένο,   να προσπαθεί να προφυλαχτεί από την βροχή. Και τότε έγινε το ανέλπιστο, άνοιξε διάπλατα την πόρτα και τον φώναξε να μπει μέσα. Πέταξε ένα κούτσουρο στο τζάκι  που κόντευε να σβήσει και πήγε στην κουζίνα. Γύρισε σε λίγα λεπτά, κρατώντας ένα δίσκο με φαγητά και μπόλικο νερό. Μετά πήγε στην ντουλάπα, την άνοιξε και έβγαλε κάτι  παλιά ρούχα, μα σε καλή κατάσταση. Πήγαινε να αλλάξεις να μην κρυώσεις, του είπε και έλα να φας.  Τα ρούχα είναι του αδελφού μου που χάθηκε πριν πολλά χρόνια. Ο γεράκος υπάκουσε σαστισμένος, γιατί δεν μπορούσε να καταλάβει την αλλαγή αυτή της μέγαιρας, όμως έκανε ότι του είπε. Το πρωί σηκώθηκε να φύγει και η μέγαιρα του έδωσε μια τσάντα με ρούχα και τρόφιμα και του είπε, ότι χρειαστείς έλα σε μένα να σου το δώσω. Ο γεράκος με δακρυσμένα τα μάτια την ευχαρίστησε και τράβηξε τον δρόμο του.

Τελικά ίσως υπάρχουν οι άγγελοι εκεί ψηλά, που προσπαθούν να μας βοηθήσουν να γίνουμε σωστοί άνθρωποι. Για αυτό αν βλέπετε βροχή, να ξέρετε ότι κάτι βλέπουν και είναι στεναχωρημένοι ή κάποιος άνθρωπος μετανόησε και έρχεται σε εμάς  η ευλογημένη βροχή για να ποτίσει την γη και να μας δώσει καρπούς και ζωή. 

Μύριαμ Κ. Ρόδος

ΟΙ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΑ ΧΡΩΜΑΤΑ

Τις αναμνήσεις μπορούμε να τις παρομοιάσουμε με ένα μεγάλο βιβλίο που καταγράφει κάθε λεπτό της ζωής μας. Βρίσκεται στην βιβλιοθήκη του μυαλού μας καλά φυλαγμένο. Η μοναδικότητα που το χαρακτηρίζει, είναι ότι κάθε άνθρωπος έχει διαφορετικό υλικό στο βιβλίο αυτό, είναι κάτι σαν τα αποτυπώματα μας. Είναι όλες τις στιγμές ανοιχτό και καταγράφει ασταμάτητα το κάθε τι που μας συμβαίνει. Με κάμερα τα μάτια και το συναίσθημα αποτυπώνει με ακρίβεια την κάθε λεπτομέρεια και ανάλογα το πως νοιώθουμε για κάποια πράγματα, χρησιμοποιεί ένα μελάνι διαφορετικό για κάθε περίσταση.

Αν νιώσουμε  χαρά για κάτι που είδαμε ή μας συνέβη χρησιμοποιεί το ροζ  χρώμα. Αν κάποιος μας έκανε να στεναχωρηθούμε και να κλάψουμε τότε βάζει το γκρι. Αν είχαμε μια απώλεια αγαπημένου μας προσώπου τότε σίγουρα θα είναι ένα κατάμαυρο και σκοτεινό χρώμα. Υπάρχει και το λευκό που το χρησιμοποιεί συχνά στις καθημερινές μικροχαρές που συναντάμε. Σε έναν έρωτα βάζει το κατακόκκινο βαθύ χρώμα που είναι δύσκολο για να σβηστεί από το βιβλίο. Σε μια προδοσία φιλική ή αισθηματικού χαρακτήρα βάζει το κίτρινο και μας προειδοποιεί να προσέξουμε να μην τους ξαναπλησιάσουμε.

Όλες αυτές οι αναμνήσεις υπάρχουν καταχωρημένες μέσα στις σελίδες του βιβλίου, όμως πολλές φορές χάνουμε τον σελιδοδείκτη με συνέπεια να μην μπορούμε να βρούμε μερικές. Ακόμα ο μηχανισμός του μυαλού μας, πολλές φορές βάζει άμυνες  να φυλάνε κάποιες κακές αναμνήσεις, ώστε  να μην της βρούμε γιατί  μας πονάνε. Και έτσι εμείς δεν τις βρίσκουμε και ζούμε καλύτερα. Αν μπορούσαν όλοι οι άνθρωποι να έκαναν αυτή την αμυντική κίνηση θα ήταν ευτυχισμένοι. Να έσβηναν ή να έθαβαν  δηλαδή, όλες τις άσχημες στιγμές του παρελθόντος. Θα ήταν ωραίο, να υπήρχαν στο βιβλίο αυτό τα χρώματα του ουράνιου τόξου μόνο, αλλά αυτό δεν γίνεται.  Αν δε υπήρχε αυτό το μαύρο και το γκρι, το βιβλίο μας θα ήταν ατελές. Άλλωστε το γκρι και το μαύρο χρώμα είναι  τόνοι που έχουν και  όλα τα χρώματα.

Το βιβλίο όμως αυτό είναι απαραίτητο  να υπάρχει σε κάθε ανθρώπινη βιβλιοθήκη, γιατί χωρίς αναμνήσεις  θα παύαμε να είχαμε συγκροτημένη σκέψη.  Ακόμα και το μαύρο και γκρι χρώμα που υπάρχει σε αυτό το βιβλίο, είναι διδακτικά. Και τα μαύρα και γκρι χρώματα που εικονογραφούν  κάποιες στιγμές στις σελίδες του βιβλίου σχηματίζουν διδακτικές εικόνες. 

Μύριαμ Κ. Ρόδος

Σάββατο 23 Ιουνίου 2012

Ο ΣΙΩΠΗΛΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ

Ο Βασίλης ήταν ένα νεαρό παιδί σαν όλα τα άλλα.  Ψηλός,  ξανθός με εκφραστικά μεγάλα και καταγάλανα μάτια. Ένα  μειονέκτημα όμως, τον έκανε πολύ δυστυχισμένο. Ήταν  κωφάλαλος εκ γενετής . Ο Βασίλης ήταν αρκετά έξυπνος και μπορούσε εύκολα να διαβάσει τα χείλη και έτσι κατάφερνε  να συνεννοηθεί. Πήγαινε από μικρό παιδί σε ειδικό σχολείο για να μάθει  την νοηματική και τις ελεύθερες ώρες του ασχολιόταν με την γλυπτική. Του άρεσε πολύ να παίρνει ένα ξύλο και να του δίνει μορφή. Όταν μεγάλωσε ήταν ένας από τους καλύτερους γλύπτες στην περιοχή του. Σιγά σιγά όμως η φήμη του απλώθηκε και πέρα από εκεί που έμενε και όλοι ερχόντουσαν να δουν, να θαυμάσουν και να αγοράσουν τα γλυπτά του. Φαινόταν όλα να πηγαίνουν καλά για αυτόν, αν δεν υπήρχε ο χλευασμός για την κατάσταση του. Πολλοί νόμιζαν ότι επειδή δεν μπορεί να ακούσει ότι είναι και χαζός. Πάρα πολλές φορές  διάβαζε στα χείλη τους τα ειρωνικά σχόλια που έκαναν κάποιοι και στεναχωριόταν πολύ,  και αναρωτιόταν  γιατί; τι πειράζει τους ανθρώπους το δικό του πρόβλημα; Που τους ενοχλεί;

Μια μέρα όπως ήταν αφοσιωμένος σε ένα γλυπτό του, ένοιωσε την παρουσία κάποιου, γυρίζει και βλέπει δυο πελώρια όμορφα πόδια να στέκουν ακριβώς πίσω του. Σήκωσε το κεφάλι του και βλέπει έναν άγγελο, ναι με άγγελο έμοιαζε αυτή η κοπέλα που είχε μπροστά του. Φαίνεται τον φώναζε γιατί δεν ήξερε το πρόβλημά του και ήταν λίγο θυμωμένη που δεν της απάντησε αμέσως. Ο Βασίλης το κατάλαβε και άρχισε να της εξηγεί γνέφοντας της.  Εκείνη στην αρχή έδειχνε αμήχανα μα στο τέλος άρχισε να ανταποκρίνεται και να καταλαβαίνει. Πέρασαν αρκετές εβδομάδες και η Ναταλία αυτό ήταν το όνομα της κοπέλας, άρχισε να βγαίνει μαζί του παντού. Έδειχνε πολύ ενθουσιασμένη από την γνωριμία του και ίσως ερωτευμένη. Του έκανε ώρες παρέα στο εργαστήριο και θαύμαζε κάθε έργο που έκανε.

Ένα βραδάκι, αφού έκλεισε το εργαστήριο την πήρε σε ένα πολυτελέστατο εστιατόριο, τα λεφτά δεν έλειπαν ποτέ από τον Βασίλη, τα χέρια του ήταν χρυσά όπως του έλεγαν. Όταν έτρωγαν,  ήρθε από πάνω τους κάποιος που του είχε   μιλήσει νωρίτερα ο Βασίλης και άρχισε να παίζει ακορντεόν. Η Ναταλία ήταν πολύ χαρούμενη και επιτέλους έδειξε πόσο ερωτευμένη είναι μαζί του, με τις κλεφτές ματιές και τα χαμόγελα έδειχνε την αγάπη και την ευτυχία που ένοιωθε.  Όταν τελείωσαν το γεύμα,  ο Βασίλης σηκώνεται πάνω και γονατίζει στα πόδια της. Οι θαμώνες που ήταν εκεί, παρακολουθούσαν με αγωνία καθώς κατάλαβαν τις προθέσεις του. Εκείνος βγάζει από την τσέπη του ένα ωραίο γαλάζιο βελούδινο κουτάκι και το ανοίγει. Ήταν ένα μονόπετρο δαχτυλίδι και αμέσως της έγνεψε και την ρώτησε, αν θέλει να τον παντρευτεί. Εκείνη έκλαιγε από συγκίνηση και του έγνεψε χωρίς δεύτερη σκέψη πως ναι σε θέλω. Τα χειροκροτήματα έπεφταν επί πέντε λεπτά από τους ανθρώπους που  παρακολούθησαν την σκηνή. Σε μια εβδομάδα έγινε ο γάμος και ήταν πολύ ευτυχισμένοι και οι δύο.

Πέρασε ένας χρόνος ευτυχίας και ήρθε να ολοκληρώσει την αγάπη τους ένα παιδί. Η Ναταλία γέννησε ένα πανέμορφο ξανθό αγόρι ίδιο με τον πατέρα του ήταν. Το μωράκι ευτυχώς δεν είχε το πρόβλημα ακοής  και έτσι δεν θα ταλαιπωριόταν. Ο Βασίλης πετούσε από την χαρά του δούλευε ακόμα πιο σκληρά για να το έχει σαν πρίγκιπα όπως σκεφτόταν βουβά. Περνούσαν οι μήνες και το μωρό μεγάλωνε και μιλούσε με την μητέρα του, αυτό τον στεναχωρούσε λιγάκι, γιατί δεν μπορούσε να του εκφράσει την αγάπη του με λόγια. Όταν έκλεινε τα δυο χρόνια το μωρό ο πατέρας κλείνοντας το εργαστήρι σκέφτηκε να τους βγάλει έξω να το γιορτάσουν.  Έτρεξε με χαρά στο σπίτι κρατώντας και ένα μικρό αυτοκινητάκι. Μπαίνοντας σπίτι δεν υπήρχε κανείς, έψαξε σε όλα τα δωμάτια μα πουθενά. Κάθισε στο σαλόνι να τους περιμένει και τότε το μάτι του πέφτει σε ένα γράμμα, που ήταν όρθιο στο βάζο μπροστά. Γεμάτος αγωνία το πιάνει και διαβάζει, άρχισε να τον λούζει κρύος ιδρώτας. Ξαφνικά άρχισε να ουρλιάζει σαν αγρίμι, έβγαζε κάτι ακαταλαβίστικους ήχους, που όμως είχαν τόσο πολύ πόνο. Ο φίλος του από δίπλα ακούγοντας τις φωνές έτρεξε να δει τι συμβαίνει, ο Βασίλης με τα μάτια υγρά και τσακισμένος από τον πόνο του δίνει το γράμμα. Φεύγω κουράστηκα να ζω έτσι, θέλω το σε αγαπώ να μου το πουν με λόγια, θέλω το παιδί μου να συζητάει με τον πατέρα του και εκείνος να ακούει τις πρώτες λεξούλες του. Θέλω να μπαίνει ο άντρας μου στο σπίτι και να με φωνάζει, βαρέθηκα την σιωπή, βαρέθηκα, γι'αυτό φεύγω. Τα λόγια αυτά είχαν καρφωθεί στην καρδιά του Βασίλη και δεν έφευγαν.

Ο Βασίλης ξημερώθηκε με τις σκέψεις και τα γιατί. Γιατί δέχτηκε να με παντρευτεί  αφού το ήξερε πως δεν ακούω; Γιατί δεν καταλαβαίνει πως δεν φταίω εγώ που γεννήθηκα έτσι; γιατί μου στέρησε το παιδί μου; γιατί  Θεέ μου να γεννηθώ έτσι; Το πρωί έψαξε και βρήκε μια φωτογραφία της Ναταλίας μαζί με τον γιό τους, την πήρε και βγήκε στους δρόμους. Άρχισε να την δείχνει παντού και να προσπαθεί να  ρωτήσει τους ανθρώπους, αν την είδαν πουθενά. Όμως όλες οι έρευνες του ήταν άκαρπες, είχε εξαφανιστεί. Ο πόνος ήταν μεγάλος και δεν έλεγε να σταματήσει, άρχισε μετά από λίγο καιρό να δημιουργεί πάλι τα γλυπτά του, μήπως ξεχαστεί. Τα περισσότερα έργα που έκανε όμως ήταν μια γυναίκα με ένα παιδί, αποτύπωνε στο ξύλο τον καημό του. Τα έργα του είχαν παραδόξως μεγαλύτερη ζήτηση τώρα, άρχισαν να γράφουν οι εφημερίδες και τα περιοδικά για αυτόν, τον παράξενο μα θαυμάσιο καλλιτέχνη.

Φανερά αδυνατισμένος και με γενειάδα που τον έκανε να μοιάζει  με αγριάνθρωπο, φωτογραφιζόταν στις εφημερίδες. Ένα πρωί καθώς έφτιαχνε ένα ωραίο γλυπτό αισθάνθηκε πάλι μια παρουσία δίπλα του, ξαφνιασμένος γυρίζει και τότε βλέπει πάλι τα πόδια του αγγέλου, μα αυτή την φορά και δυο μικρά ποδαράκια που χοροπηδούσαν. Νόμιζε πως  είχε παραισθήσεις, τα γνώριζε αυτά τα πόδια πολύ καλά, σηκώνει πάλι το κεφάλι του και βλέπει τους δυο  αγγέλους της ζωής του, να του χαμογελούν. Ήταν η γυναίκα και το παιδί του που γύρισαν.  Η Ναταλία δεν άντεξε μακριά του.  Όταν έφυγε, κατάλαβε πόσο πολύ τον αγαπούσε και μετάνιωσε που φέρθηκε τόσο εγωιστικά. Όταν είδε την φωτογραφία του στην εφημερίδα, κατάλαβε τον πόνο που του έδωσε και χωρίς να το σκεφτεί γύρισε κοντά του. Ο Βασίλης πήρε την γυναίκα και το παιδί στην αγκαλιά του, τους φιλούσε κλαίγοντας, το ίδιο και η Ναταλία.  Το παιδί  τρόμαξε και έβαλε τα κλάματα. Η Ναταλία το πήρε αγκαλιά και το καθησύχασε, ο μπαμπάς σου είναι μωρό μου μην κλαίς του είπε. Από την ημέρα εκείνη γύρισε η χαρά και πάλι στο σπιτικό του Βασίλη και στην καρδιά του, η Ναταλία δεν ξανάπαραπονέθηκε ποτέ.  Έμαθε να ζει στον βουβό  κόσμο του  Βασίλη και ήταν ευτυχισμένη.

Μακάρι όλοι οι άνθρωποι που έχουν πρόβλημα ακοής, να είναι χαρούμενοι και να μην είναι εμπόδιο στην ζωή τους η αδυναμία να ακούσουν. Ας τους αγκαλιάσουμε και ας καταλάβουμε ότι είναι κομμάτι του κόσμου μας και πως κανείς δεν είναι τέλειος. Και ας τους δείξουμε αγάπη για να μην νοιώθουν ακόμα πιο δυστυχισμένοι, εντάξτε τους ισάξια στην κοινωνία είναι άνθρωποι ίδιοι με εμάς.

Μύριαμ Κ. Ρόδος

Δευτέρα 11 Ιουνίου 2012

ΠΑΙΔΙΑ ΜΕ ΑΥΤΙΣΜΟ ΚΑΙ ΣΥΝΔΡΟΜΟ DOWN

Το παιδί χρειάζεται φροντίδα και αγάπη. Είναι πολύ σημαντικό να διαγνωστεί από  την βρεφική ηλικία ακόμα, η όποια ασθένεια του παιδιού. Έτσι οι γονείς θα απευθυνθούν σε κάποιον ειδικό για να τους δώσει οδηγίες για το πως πρέπει να του συμπεριφερθούν και να το μεγαλώσουν όσο καλύτερα γίνεται. Υπάρχουν μερικές ασθένειες που δεν μπορεί να  αντιληφθει εύκολα κάποιος γονιός. Καταρχάς πρέπει να παρακολουθείται  η ανάπτυξη του παιδιού σε όλα τα στάδια της ηλικίας του και αν παρατηρήσει κάποιος μια ασυνήθιστη συμπεριφορά ή μια ανωμαλία στην εξέλιξη του, να επικοινωνήσει αμέσως με τον γιατρό. Αυτός θα διαγνώσει από τι πάσχει το παιδί και θα βοηθήσει με τις συμβουλές ή την φαρμακευτική αγωγή που θα δώσει.



Υπάρχουν παιδιά με διαφορετικότητα, όπως ο αυτισμός που είναι αναπτυξιακή διαταραχή, που  χαρακτηρίζεται από μειωμένη κοινωνική αλληλεπίδραση και επικοινωνία. Μερικοί επιστήμονες λένε ότι αν αντιμετωπιστεί σωστά μπορεί να γιατρευτεί  ή να βοηθήσει αρκετά να ενταχθεί στην κοινωνία. Το παιδί με αυτισμό έχει την τάση να απομονώνεται και να μην αντιδρά σε ήχους σαν να μην ακούει, έχει δυσκολία στην επικοινωνία και πολλές φορές έχει δικό του λεξιλόγιο. Κάποιες φορές αυτοτραυματίζεται  και δείχνει να μην έχει την αίσθηση του πόνου. Σίγουρα ένα τέτοιο παιδί χρειάζεται μεγάλη υπομονή και αγάπη. Πολλές φορές βελτιώνεται σημαντικά και εντάσσεται στην κοινωνία. 



Μια άλλη διαφορετικότητα στα παιδιά, είναι αυτή  με το σύνδρομο Down είναι μία γενετική πάθηση που επηρεάζει περίπου ένα σε κάθε 1.000 μωρά. Τα παιδιά που έχουν γεννηθεί με το σύνδρομο Down έχουν ορισμένα φυσικά χαρακτηριστικά, τα οποία ποικίλλουν στα παιδιά αυτά.   Το μωρό  μπορεί να έχει χαλαρότερους  μυς και αρθρώσεις από ότι άλλα μωρά. Ο όρος "σύνδρομο" είναι ένα σύνολο κοινών χαρακτηριστικών που είναι εμφανή όχι μόνο σωματικά αλλά και ως ένα βαθμό νοητικής υστέρησης ή μαθησιακής δυσκολίας. Δεν υπάρχει ριζική θεραπεία για το σύνδρομο Down, υπάρχει όμως βελτίωση στον τρόπο μάθησης του. Τα παιδιά σε ένα ειδικό σχολείο μαθαίνουν να αυτοεξυπηρετούνται και να συνεννοούνται με τους άλλους γύρω τους. Οι γονείς χρειάζονται στήριξη και πλήρης ενημέρωση για να ξέρουν πως θα φερθούν και να μεγαλώσουν τα παιδιά αυτά.

Υπάρχει μια άθλια προκατάληψη που θέλει τα παιδιά αυτά στο ίδρυμα γιατί τα θεωρούν παράσιτα και δεν τα θέλουν να ενταχθούν στο κοινωνικό σύνολο. Σίγουρα αυτοί που σκέφτονται έτσι είναι τέρατα. Είναι άνθρωποι και αυτοί απλώς έχουν χαμηλότερο δείκτη νοημοσύνης. Όπως επίσης και αυτά έχουν τα ίδια συναισθήματα με εμάς, γελάνε, πονάνε χαίρονται και κλαίνε. Κάποιοι έξυπνοι τα χλευάζουν για να δείξουν στον εαυτό τους ότι κάτι είναι,  όμως για μένα αυτά τα άτομα είναι σκουπίδια, αφού δεν τα σέβονται και δεν τα αγκαλιάζουν με αγάπη.Πολλοί γονείς σκέφτονται να τα βάλουν σε ιδρύματα από τις πρώτες ημέρες της ζωής τους και αυτό ακριβώς για να μην χλευαστούν από τον περίγυρο τους ή γιατί φοβούνται το βάρος που θα τους δώσει να μεγαλώσουν ένα άρρωστο παιδί όπως νομίζουν. Ευτυχώς όμως αλλάζουν γνώμη και το μεγαλώνουν με αγάπη γιατί απλά μαθαίνουν να ζουν με αυτό. Υπάρχουν ειδικοί σύλλογοι και κοινότητες που βοηθάνε τους γονείς  να μεγαλώσουν σωστά ένα τέτοιο παιδί.

Διάβασα μια ιστορία που με συγκίνησε πριν λίγες εβδομάδες και θα σας την πω. Ήταν ένα νέο ζευγάρι πολύ αγαπημένο, άργησαν να κάνουν παιδιά και άρχισαν να ανησυχούν. Πέρασαν τρία χρόνια και επιτέλους η γυναίκα  έμεινε έγκυος, η χαρά τους ήταν απερίγραπτη. Άρχισαν τις προετοιμασίες για να υποδεχτούν το μωρό τους,αγόρασαν τα πάντα μέχρι και την κούνια του. Όταν έφτασε επιτέλους η ώρα να γεννήσει πήγαν στην κλινική μαζί με τους γονείς τους. Η αγωνία και η προσμονή για το καινούριο μέλος όλων,  ήταν ζωγραφισμένη στα πρόσωπα τους. Μετά από λίγες ώρες που είχε η μέλλουσα μητέρα στο χειρουργείο, βγήκε η νοσοκόμα και φώναξε, καλορίζικο το κοριτσάκι να σας ζήσει. Όλοι έπλεγαν σε πελάγη ευτυχίας. Οι γιαγιάδες και οι παππούδες φιλούσαν τον πατέρα του παιδιού και του ευχόταν να τους ζήσει και να μεγαλώσει υγιέστατο. Μετά από λίγο βγήκε και η μητέρα και την έβαλαν στο κρεβάτι, το μωρό ακόμα δεν το είχαν δει. Τότε βγαίνει ο γιατρός και φωνάζει τον πατέρα και εκεί του λέει ότι το παιδί τους γεννήθηκε με το σύνδρομο Down. Ο πατέρας κόντευε να σκάσει από την στεναχώρια του με το κακό που τους βρήκε. Όταν την άλλη μέρα το είπε στην γυναίκα του άρχισε να κλαίει για την συμφορά που τους βρήκε. Σκέφτηκαν τότε να το βάλουν σε κάποιο ίδρυμα για να γλυτώσουν το (ρεζίλι) χλευασμό και την συμπόνια του κόσμου. Ο πατέρας του παιδιού γύριζε από ίδρυμα σε ίδρυμα και κανένα δεν του άρεσε, σκεφτόταν με αυτά που έβλεπε ότι δεν θα περνούσε καλά το μωρό του.

Έπειτα από λίγες μέρες και ενώ ετοίμαζαν τα χαρτιά για να φύγουν από το νοσοκομείο, ήρθε μια νοσοκόμα κρατώντας στα χέρια της το μωρό. Η μητέρα δίστασε για λίγο να το πιάσει μα εκείνη την ώρα έκλαψε και δίχως να το σκεφτεί απλώνει τα χέρια της και το παίρνει στην αγκαλιά της. Από εκείνη την ώρα άρχισε να λειτουργεί μαγικά το μητρικό ένστικτο, το φίλησε και το χάιδεψε τρυφερά. Μετά το έδωσε στον σύζυγο της, εκείνος το σήκωσε με μεγάλη προσοχή γιατί  φοβόταν να μην πάθει κάτι. Το κοιτούσαν αγκαλιασμένοι αρκετή ώρα και σκεφτόντουσαν βουβά, πόσο ανυπεράσπιστο και αθώο πλασματάκι ήταν. Ξαφνικά μια λάμψη φώτισε το πρόσωπο της μητέρας, κοίταξε τον άντρα της και χωρίς να μιλήσουν έδωσαν το μήνυμα που και οι δύο ήθελαν. Αποφάσισαν να το κρατήσουν και να το υπερασπίσουν από τους κινδύνους που παραμόνευαν. Το πήραν σπίτι μαζί τους και το φρόντιζαν με  στοργή.  Το είχαν αγαπήσει όσο θα το αγαπούσαν αν ήταν υγιές και ένα παραπάνω επειδή τους χρειαζόταν. Το παιδί μεγάλωνε με την επίβλεψη και τις οδηγίες του γιατρού. Την ημέρα που φώναξε μαμά ήταν η πιο χαρούμενη και ευτυχισμένη για αυτό το ζευγάρι. Στα πρώτα βήματα  του έκαναν πάρτι για να γιορτάσουν το γεγονός.  Η Σόνια έτσι το έβγαλαν το κοριτσάκι ήταν ένα αξιολάτρευτο παιδί.  Όταν τους αγκάλιαζε με αγάπη, οι γονείς καμιά φορά αισθανόταν τύψεις για τις πρώτες σκέψεις που έκαναν και προσπαθούσαν να του δίνουν όσο μεγαλύτερη αγάπη μπορούσαν.  Και έτσι κυλούσε ο καιρός μεγαλώνοντας το βλαστάρι τους. Ακόμα  σκέφτηκαν να κάνουν ένα σύλλογο,  για τους γονείς με τέτοια παιδιά και μέσα από εκεί θα έδιναν τις συμβουλές και θα μοιραζόντουσαν τις εμπειρίες τους. Και έτσι έφτιαξαν τον σύλλογο (Αγάπη), που είχε μεγάλη απήχηση από τους γονείς που είχαν το ίδιο πρόβλημα.

Βλέπετε πολλοί νομίζουν,  ότι το παιδί δεν θα προχωρήσει  και δεν θα μιλήσει σαν όλα τα παιδιά. Αυτό είναι λάθος μπορεί να έχουν μικρότερη νόηση όμως αναπτύσσονται  σχεδόν ίδια και έχουν τις ίδιες ανάγκες με τα άλλα παιδιά. Θέλουν να παίξουν, να γελάσουν, να κλάψουν, να αγκαλιάσουν και προπάντων να πάρουν αγάπη . Γιατί δεν είναι αναπηρία η νόσος, αν μπορούμε να την χαρακτηρίσουμε έτσι.  Απλά μια γενετική ανωμαλία είναι, που δεν την επιδίωξε  αυτό για να τιμωρείται, αλλά ούτε και οι γονείς.  Για αυτό θεωρώ κρίμα και έγκλημα να εγκαταλείπονται αυτά τα παιδιά. Λίγο περισσότερη φροντίδα και αγάπη χρειάζονται μόνο, τίποτα άλλο.

Μύριαμ Κ. Ρόδος

Παρασκευή 8 Ιουνίου 2012

ΘΕΛΟΥΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ ΤΟΥ ΠΕΡΙΚΛΗ

Ο 50 αιώνας π.Χ αν και είναι πολλούς αιώνες πριν από την εποχή μας, δοξάστηκε και έμεινε στην ιστορία ως χρυσός αιώνας για τους Αθηναίους πολίτες. Ο Περικλής ήταν ένας ενάρετος πολιτικός που σκοπό είχε να βοηθήσει και να ανακουφίσει όσο μπορούσε τους Έλληνες και την Ελλάδα. Το έργο και η βοήθεια στην χώρα μας,  έχει μείνει στην ιστορία και ονομάζεται, ο χρυσούς αιώνας του Περικλή.   Οι νόμοι που έβγαλε αποθάρρυναν  τον πολιτικό να ανέβει στην εξουσία για να κλέψει.  Δείτε πόσο έξυπνοι  και σοφοί ήταν.
Νόμοι του Περικλή:

1) Να είναι Έλλην πολίτης
2) Να κατέχει την Ελληνική θρησκεία και παιδεία
3) Να μην είναι κίναιδος και
4) Να καταγραφεί όλη η περιουσία του υποψηφίου, μέχρι τα σανδάλια που φοράει καθώς και η οικογενειακή του περιουσία. 

Εάν τηρούσε  όλες αυτές τις προϋποθέσεις τότε ο υποψήφιος, μπορούσε να γίνει βουλευτής. Αν όμως στην διάρκεια της θητείας του, περνούσε νόμο που θα ζημίωνε το κράτος, τότε έπρεπε να κατασχεθεί όλη η περιουσία του. Αν δεν έφθανε η περιουσία του, ήταν υποχρεωμένος να δουλέψει σε δημόσια έργα. Αν ο νόμος που πρότεινε ζημίωνε την Ελλάδα, τότε η ποινή ήταν: ΑΥΘΗΜΕΡΟΝ ΤΕΛΕΥΘΗΣΑΤΩ!!!!!!!!!

Τώρα έρχομαι να ρωτήσω όλους εσάς, αν υπήρχαν αυτοί οι νόμοι, από πόσα δεινά θα μας γλύτωναν; Ο τέταρτος νόμος είναι καθοριστικός και αναγκαίος να επανέλθει. Διότι αν γνωρίζουμε ακριβώς την περιουσία του καθενός, όταν κατέβει από την εξουσία και έχει γίνει πάμπλουτος, πρώτον θα υπάρχει μεγάλη τιμωρία και δεύτερο αφού ελέγχονται δεν θα είναι εύκολο να καταχραστούν. Έτσι θα το σκεφτούν όλοι οι καρεκλοκένταυροι που σκοπό έχουν το χρήμα και όχι να μας βοηθήσουν. 

Μύριαμ Κ. Ρόδος

Τρίτη 5 Ιουνίου 2012

ΓΙΑΤΙ ΕΠΙΜΕΝΕΙΣ ΑΚΟΜΑ ΣΕ ΑΥΤΟΥΣ;

Ένα παράξενο φαινόμενο   συμβαίνει εδώ στην Ελλάδα και δεν   μπορώ να το εξηγήσω όσο και αν προσπαθώ. Υπάρχουν κόμματα κομμένα σε κομμάτια, κάθε κομμάτι του είναι και ένα σαρκοβόρο τέρας που ξεσκίζει την σάρκα του πολίτη και μάλιστα χωρίς διακρίσεις ακόμα και του ψηφοφόρου του. Ενώ στην αρχή βλέπουμε ένα να είναι το τέρας, ξαφνικά κάνει διάσπαση  και γίνονται πολλά. Άντε τώρα να πολεμήσεις ένα τέρας με τα τερατάκια του. Αν κάνεις ότι  κυνηγάς κάποιο,  θα σου το παίξει χορτοφάγο και ανίδεο, άσε που είναι υπό την προστασία του αρχικού θεριού. Το κακό όμως είναι,  ότι οι πολίτες ενώ γνωρίζουν την μεταμόρφωση και την δράση του τέρατος, πάλι το ανεβάζουν  στην καρέκλα της εξουσίας. Εύλογα μου γεννιέται το ερώτημα, ποιό  είναι πιο διεστραμμένο, το τέρας ή οι πολίτες; Γιατί όταν τίποτα δεν δουλεύει καλά και όταν οι άνθρωποι και η χώρα καταστρέφονται χάρη στην περίφημη  διαχείριση του τέρατος, τότε γιατί δεν στρέφονται αλλού μόνο επιμένουν στα ίδια; Τι περιμένουν δηλαδή; να γίνει κανένα θαύμα ξαφνικά και να αλλάξουν τρόπο και συμπεριφορά;

Είναι κάτι  κολλημένα άτομα, που ενώ πεινούν και παραπονιούνται  για όλα όσα συμβαίνουν, ακόμα επιμένουν ότι θα μας σώσουν οι σωτήρες τέρατα. Υπάρχουν άνθρωποι  που έτρεχαν στις διαδηλώσεις και στις πορείες για να διαμαρτυρηθούν και τώρα έπαθαν αμνησία ξαφνικά και δεν θυμούνται τίποτα από όλα αυτά. Μα με έχουν βγάλει από τα ρούχα μου, πως είναι δυνατόν να αλλάξει κάτι τώρα, εφόσον το τέρας παραμένει ίδιο; Τα χαρακτηριστικά του τέρατος που όλοι γνωρίζουμε είναι: σκληρό, κυνικό, φαταούλας, καταστροφέας, παρτάκιας, καλοπερασάκιας, επιδέξιος ληστής, σαρκοβόρο και άσχημο τέρας, αδίστακτο και άπονο, εκτός αν πιστεύουν ότι δεν είναι τέρας και το αδικούμε.

Ένα θα σας πω εγώ, γυρίστε γύρω σας και πείτε μου τι δουλεύει σωστά. Η υγεία; πηγαίνετε σε ένα νοσοκομείο και κάντε οι ίδιοι την αυτοψία σας. Η παιδεία; θυμηθείτε την μις φωτοτυπία και τον μοντέρνο τρόπο εκμάθησης των παιδιών. Η εργασία; αναζητήστε να δείτε πόσοι άνεργοι υπάρχουν και πόσοι έφυγαν μετανάστες για να μπορούν να ζήσουν. Η οικονομία της χώρας μας; από ώρα σε ώρα περιμένουμε την πτώχευση και έχουμε δανειστεί υπέρογκα ποσά για να ανταπεξέλθουμε. Και το κακό είναι ότι δεν πήγαν στον πολίτη για να  ανακουφιστεί,  αλλά σε ένα από τα θεριά, τους τραπεζίτες,  που είναι το λύσε  δέσε και το δεξί χέρι στο θεριό. Αν κάνετε μια βόλτα θα δείτε άστεγους, που έχουν πληθύνει τρομακτικά, ή  καλύτερα πηγαίνετε σε ένα από τα συσσίτια και κοιτάξτε τον περήφανο συνταξιούχο και  τον άνεργο πολίτη πως κατάντησε.  Ακόμα μην ξεχάσετε  να κρυφτείτε και  να δείτε  και αυτούς που πηγαίνουν κρυφά  γιατί ντρέπονται, στα σκουπίδια και ψάχνουν σαν σκυλιά να βρουν ένα ξεροκόμματο να χορτάσουν την πείνα τους. Επίσης  εσύ μισθωτέ, κοίταξε πόσα σου έχουν κόψει από τον μισθό σου και κάνε τον υπολογισμό σου. Σου φτάνουν να σπουδάσεις τα παιδιά σου; να πληρώσεις το νοίκι σου;το ρεύμα; το νερό; την τράπεζα αν έχεις δάνειο; σου φτάνει ο μισθός που σου κουτσουρέψανε με την βία, να πας να ψωνίσεις όπως θα ήθελες; μπορείς να ντύσεις τα παιδιά σου και να ντυθείς και εσύ;  Αν ναι σε ζηλεύω είσαι σπάνιο είδος και έχεις κάποιο μαγικό μυστικό,  για να μπορείς να τα κάνεις όλα αυτά.

Αν έκανες την βόλτα σου σε όλα αυτά τα μέρη που σου είπα και ακόμα θες να μας κυβερνήσουν, εμένα να με συγχωρείς δεν μου αρέσει καθόλου αυτή η ιδέα και θα φωνάξω με όλη την δύναμη της ψυχής μου, για να με ακούσουν κάποιοι και να με βοηθήσουν. Θέλω ξανά την ζωή και το μέλλον μας πίσω.  Καθώς και την αξιοπρέπεια της χώρας μας, που τόσο βάναυσα ,  αλύπητα σπιλώθηκε και χτυπήθηκε πισώπλατα από όλα αυτά τα κοράκια που την περιτριγυρίζουν. 

Μύριαμ Κ. Ρόδος

Κυριακή 3 Ιουνίου 2012

ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΠΕΙΡΑΤΕΣ

Οι πειρατές ήταν οι ληστές μιας παλιάς εποχής. Ήταν ικανοί θαλασσοπόροι με τρομερή ικανότητα στην θάλασσα και για αυτό την εκμεταλλευόντουσαν για να κάνουν τις ληστείες τους. Ήταν αδίστακτοι, έκαναν επιθέσεις σε πλοία αλλά και στην ξηρά. Τα πλοία που έπεφταν στα χέρια τους  ή τα έθεταν στην κατοχή τους  σκοτώνοντας όλο το πλήρωμα  ή λήστευαν αυτά που μετέφεραν και μετά   το ανατίναζαν μαζί με τους ανθρώπους. Οι επιδρομές στην στεριά ήταν εξίσου σκληρές, βίαζαν και έκλεβαν ότι έβρισκαν μπροστά τους. Η εποχή εκείνη όμως πέρασε και οι πειρατές έπρεπε να εκσυγχρονιστούν. Σκέφτηκαν λοιπόν να το κάνουν με έξυπνο και ωραίο τρόπο και άρχισαν να σπουδάζουν ένα μοντέρνο καμουφλαρισμένο βέβαια επάγγελμα. Αυτό θα τους έφερνε περισσότερα   κέρδη. Το ονόμασαν πολιτική. Εκεί μαθαίνουν  πως να εξαπατούν τους πολίτες και να κλέβουν ανενόχλητοι τις χώρες.

Έτσι στους πολιτικούς πειρατές, βλέπουμε την ίδια δράση αλλά με άλλη τέχνη, πιο μοντέρνα (ε να μην τους λέμε και παλιομοδίτες, δεν τους αρέσει). Ο πολιτικός λοιπόν έχει την ευκολία και την ευχέρεια να κλέβει, γιατί γνωρίζει καλά τον τρόπο που γίνεται και γιατί έχει ευκολόπιστα θύματα.  Εξάλλου παίρνει μαθήματα από τους παλιότερους πολιτικούς  πως να το κάνει ακριβώς.  Οι πολιτικοί, τα χρήματα αντί να τα κρύβουν σε βουνά και σπηλιές  σαν τους προγόνους τους,  τα βγάζουν στο εξωτερικό και τα κρύβουν με ασφάλεια σε τραπεζικούς λογαριασμούς. Σκοτώνουν τον πολίτη διαφορετικά (α! όλα και όλα δεν είναι βίαιοι αυτοί) τον αφήνουν απλά νηστικό, απογοητευμένο, χρεωμένο και δίχως όνειρα. Σκοτώνουν διπλά δηλαδή αυτοί, σώμα και ψυχή. Για την χώρα των πολιτών βέβαια καρφί δεν τους καίγεται. Οι προγονοί τους άλλωστε δεν συνήθιζαν να βουλιάζουν  τα πλοία; ε αυτοί βουλιάζουν την χώρα το ίδιο είναι, κάτι έπρεπε να βουλιάξουν και αυτοί. Η ενδυμασία άλλαξε πολύ από τότε, γιατί αν βλέπαμε πειρατές τώρα θα τρομάζαμε και δεν θα τους αφήναμε να μας κουμαντάρουν με την θέληση μας. Τώρα έβαλαν το κουστούμι για να μας εντυπωσιάσουν και να μας δείξουν ότι είναι ευγενείς και κύριοι. Ένα έμπειρο μάτι όμως διακρίνει την πειρατική στολή που κρύβουν μέσα από το κουστούμι. Όπως  ο βοσκός που  μπορεί να διακρίνει έναν λύκο με προβιά, που προσπαθεί να ξεγελάσει τα πρόβατα του  και να τα φάει.

Το συμπέρασμα,  οι σκέψεις και οι απορίες μου  είναι οι εξής: Γιατί δεν βγάζουν οι σύγχρονοι πειρατές το κουστούμι; Καλύτερα λέω εγώ είναι να φορούν τις παραδοσιακές στολές τους, δεν είναι σωστό να περιφρονούν τις ρίζες τους,  δείχνει ασέβεια. Όταν είναι ντυμένοι πειρατές θα έχουν περισσότερο σεβασμό από τον κόσμο, γιατί θα δείχνουν τις αληθινές προθέσεις τους και δεν θα κρύβονται. Και επιπλέον υπάρχουν πολλοί όμοιοι τους που θα ταχθούν στο πλάι τους. Και στην τελική, δεν είναι άσχημη  η στολή του πειρατή.  Είναι μια χαρά και έχει δυο καλά, εκτός ότι θα είναι με τα παραδοσιακά τους, τις αποκριές δεν θα χρειάζονται μεταμφίεση και θα είναι όλο το χρόνο μέσα στην μόδα. Άντε σκεφτείτε το γυρίστε στις ρίζες σας και αφήστε τα μασκαρέματα με την πολιτική και το κουστούμι. Δεν σας πάει,  σας πήρανε χαμπάρι. Εκτός και αν σκαρφιστείτε κανένα άλλο κόλπο, είστε μανούλες σε αυτά και σας βγάζω το καπέλο. Εγώ θα σας περιμένω πάντως να δω τελικά ποιά αμφίεση θα διαλέξετε.

Μύριαμ Κ. Ρόδος

Σάββατο 2 Ιουνίου 2012

Η ΜΕΛΙΝΑ ΚΑΙ Η ΝΙΚΗ ΤΗΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΑΚΟΥΣ.

Μια φορά και έναν καιρό, ήταν ένα κοριτσάκι που το έλεγαν Μελίνα. Ήταν όμορφο και πολύ έξυπνο.  Οι γονείς της το αγαπούσαν πάρα πολύ και το φρόντισαν με αγάπη. Ένας κακός άνθρωπος το παρακολουθούσε πολλές μέρες από μακριά και ήθελε να το κλέψει. Φώναξε λοιπόν κάποιους φίλους του που ήταν και αυτοί  κακοί  και έκαναν σχέδια πως θα γίνει να το απαγάγουν. Την μια μέρα πηγαίνει ο ένας να προσπαθήσει να το καλοπιάσει και  να το πάρει μαζί του. Χαμογελάει και πλησιάζει το κοριτσάκι, έλα να σου δώσω μια σοκολάτα όμορφη κοριτσάκι μου να φας της είπε. Της Μελίνα  όμως εκείνη την ημέρα πονούσε το δοντάκι της που ήταν χαλασμένο και δεν ήθελε να φάει τίποτα. Ευτυχώς δηλαδή, όχι του είπε ευγενικά, δεν θέλω σοκολάτα. Την επόμενη μέρα πηγαίνει ένας άλλος κύριος και το περίμενε στην γωνιά για το δει όταν θα πήγαινε στο σχολείο. Όταν βλέπει το κοριτσάκι βάζει ένα πλατύ χαμόγελο  και του λέει, έχω κάτι παιχνίδια όμορφα έλα να στα δώσω γιατί σε συμπάθησα που είσαι καλό κορίτσι. Το κοριτσάκι ανυποψίαστο του απαντάει, έχω αργήσει στο σχολείο μου και η δασκάλα θα με μαλώσει και έτσι την γλύτωσε πάλι από τύχη. Ο κακός άνθρωπος που ήθελε να την κλέψει νευρίασε τότε και σκέφτηκε κάτι άλλο.

Την άλλη μέρα στέλνει μια γυναίκα, εκείνη ήταν μέσα σε ένα αμάξι και όταν είδε το κορίτσι να πλησιάζει την φώναξε. Έλα να σου πω κάτι κοριτσάκι μου, μήπως ξέρεις που είναι το δημοτικό σχολείο; ναι απάντησε η Μελίνα,  εκεί πάω τώρα. Μπες μέσα να σε πάρω εγώ να μην περπατάς της είπε τότε. Το κοριτσάκι όμως είχε πει στην μαμά της για τους δυο προηγούμενους κυρίους και εκείνη της είπε να μην παίρνει τίποτα από κανέναν και ούτε να πηγαίνει πουθενά μαζί τους, γιατί κάποιο κακό σκοπό έχουν. Ξαφνικά η γυναίκα βλέπει το κοριτσάκι να τρέχει γρήγορα προς το σχολείο της και δεν μπορούσε να κάνει κάτι να το σταματήσει,  γιατί ήταν δρόμος και περνούσε πολύς κόσμος. 

Όταν έφτασε εκεί αμέσως το είπε στην δασκάλα της. Εκείνη ειδοποίησε την αστυνομία  και σε λίγα λεπτά ήρθαν κάποιοι αστυνομικοί με πολιτικά ρούχα. Μπήκαν στο σχολείο και πήγαν στο γραφείο του διευθυντή.  Εκεί φώναξαν και τη Μελίνα να την ρωτήσουν πως ήταν αυτοί  που το πλησίασαν. Το κοριτσάκι θυμήθηκε τα πρόσωπά τους και τα περιέγραψε. Μάλιστα είπε ο ένας ήταν πολύ μελαχρινός και είχε μια μεγάλη ελιά στο πρόσωπο. Οι αστυνομικοί αφού έμαθαν αυτό που ήθελαν έφυγαν για να ψάξουν να τους βρουν. Κατά το βραδάκι χτύπησε η πόρτα του σπιτιού που έμενε το κοριτσάκι, άνοιξαν και μπήκαν μέσα δυο αστυνομικοί, αυτή την φορά φορούσαν τα ρούχα της υπηρεσίας. Περάστε είπε η μητέρα όλο ανησυχία, τι έγινε τους βρήκατε; Ναι της είπαν, χάρη στην κόρη σας πιάσαμε μια μεγάλη συμμορία που έκλεβε παιδιά και τα έστελνε στο εξωτερικό. Μετά οι αστυνομικοί έδειξαν τις φωτογραφίες όπου αναγνώρισε αμέσως  τα πρόσωπα η Μελίνα. Ναι, ναι αυτοί ήταν, είπε με ανακούφιση που τους έπιασαν. Ήταν έμποροι παιδιών λένε τότε οι αστυνομικοί στο κορίτσι και μπράβο που μας βοήθησες γιατί τους ψάχναμε καιρό.

Αφού πέρασαν οι μήνες ήσυχα χωρίς καμιά άλλη ενόχληση, ήρθε στο σπίτι του παιδιού ένα γράμμα. Η μητέρα το άνοιξε και διαβάζοντας χαμογέλασε περήφανα. Σε μια εβδομάδα καλούσαν το κοριτσάκι της να το βραβεύσουν, ως  το πρόσωπο της χρονιάς. Ήταν σπουδαίο πράγμα αυτό που έκανε και έπρεπε να ανταμειφθεί για την πράξη της. Έφτασε η ημέρα εκείνη και οι γονείς μαζί με την Μελίνα, πήγαν στο μέρος που τους κάλεσαν. Ήταν μια μεγάλη αίθουσα, με μια έδρα στο βάθος.  Η Μελίνα κοίταξε γύρω της, είχε πολύ κόσμο και ένοιωθε λίγο αμήχανα. Έπειτα κάθισε στην καρέκλα της και περίμεναν. Μετά από λίγο ήρθε κάποιος κύριος που ανέβηκε στην  σκηνή και αφού είπε δυο λόγια φώναξε το όνομα της Μελίνας. Η Μελίνα σηκώθηκε και πήγε κοντά.  Υπήρχαν κάμερες και δημοσιογράφοι παντού. Πλησίασε και τότε ο κύριος που την φώναξε της έδωσε ένα μετάλλιο  και της λέει, μπράβο κορίτσι μου για το θαυμάσιο έργο που πρόσφερες, χάρη σε εσένα σώθηκαν πολλά παιδιά. Το κοριτσάκι όμως δεν δέχτηκε το βραβείο και όλοι έμειναν να την κοιτούν έκπληκτοι. Όχι είπε δεν αξίζει σε μένα το βραβείο, αλλά στην μαμά μου, που μου μίλησε και έτσι γνώριζα και δεν έπεσα στην παγίδα των κακών ανθρώπων. Σε εκείνη να το δώσετε είπε. Η μαμά της έβαλε τα κλάματα από την συγκίνηση, ώρες τώρα κρατιόταν να μην κλάψει και τώρα με την ωριμότητα και τα λόγια της κόρης της ένιωσε ακόμα πιο περήφανη. Ο άνθρωπος που την βράβευσε είπε τότε, καλά εμείς θα το δώσουμε σε εσένα και εσύ να το χαρίσεις στη μαμά σου. Το Μελινάκι δέχτηκε,   πήρε το βραβείο στα χέρια της και το πρόσφερε στην μαμά της με χαρά. Τα χειροκροτήματα του κόσμου, έπεφταν επί δέκα λεπτά, δεν σταμάτησαν από τον ενθουσιασμό που ένιωσαν με την πράξη και την αγάπη του παιδιού. Την άλλη μέρα όλες οι εφημερίδες και τα κανάλια μιλούσαν για αυτό. Και έτσι έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα.

Και εδώ που τα λέμε, το κορίτσι είχε απόλυτο δίκιο για την μαμά της. Η ενημέρωση σώζει τις  ζωές και τις ψυχές των παιδιών. Αν γνωρίζουν τους κινδύνους και αν τα μάθετε να σας μιλούν για το κάθε τι που τους συμβαίνει, έχετε κερδίσει  την μάχη και τα παιδιά σας δεν θα κινδυνέψουν από κανέναν κακό. Μιλήστε τους και ενημερώστε τα τώρα, διαβάστε τους το παραμυθάκι της Μελίνας και εξηγήστε τους πόσο σημαντικό είναι να μην δέχονται τίποτα από κανέναν άγνωστο.  Αλλά και να μην πηγαίνουν πουθενά αν δεν το γνωρίζετε εσείς,ούτε ακόμα και σε γνωστά ή συγγενικά πρόσωπα.

Μύριαμ Κ. Ρόδος