Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2011

ΒΑΤΟΠΕΔΙΟ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΒΟΥΡΚΟΣ

Όταν κάποιος παίζει με τα αισθήματα και την πίστη των ανθρώπων, όταν κάποιος κοροϊδεύει το θρήσκευμα που εκπροσωπεί  και ποδοπατεί τα μεγάλα λόγια που κηρύττει, όταν κάποιος με τόσο μεγάλο κύρος διεθνές αποδεικνύεται ένας   μεγάλος απατεώνας τότε γιατί υπάρχουν ακόμα άτομα που τον υποστηρίζουν; Το ίδιο γίνεται και με την πολιτική. Παρόλο που μας κοροϊδεύουν και μας εξαπατούν υπάρχει μια μερίδα ανθρώπων που δεν θέλει ή δεν βλέπει πόσο κακό κάνουν στον τόπο και σε εμάς τους ίδιους.

Τώρα έχουμε να κάνουμε και με τα δυο εδώ. Οι πολιτικοί μαζί με  έναν υποτιθέμενο εκπρόσωπο του Θεού ισοπεδώνουν  τα πάντα χωρίς φραγμό. Τα θρησκευτικά  πιστεύω και τα συμφέροντα του τόπου μας. Έχουν αναμιχτεί  στην Ελλάδα και οι ξένες δυνάμεις, τι συμβαίνει; μπορεί να μου λύσει κανείς την απορία αυτή;  Και για όλα αυτά εγκέφαλος της φαεινής ιδέας ένας (λαμπρός ιερομόναχος). Τώρα καταλαβαίνετε γιατί ο κόσμος απομακρύνθηκε από τις εκκλησίες έτσι;

Είναι λάθος όμως αυτό γιατί αν υπάρχουν ζιζάνια πρέπει να τα απομονώνουμε για να μην μολύνουν τα καλά σπαρτά.  Διαβάζω ότι ΝΔ και ΠΑΣΟΚ έχουν συγκαλύψει το μεγάλο σκάνδαλο του Βατοπεδίου. Και νοιώθω αγανάκτηση για αυτό. Αλλά ξέρω ότι  για να καλύψει ο ένας τον άλλο και για να συμπαραστέκονται αναμεταξύ τους  κάτι βρωμάει πολύ έντονα. Εδώ σίγουρα έχουν βρώμικες συναλλαγές.

Η πίστη κάθε ανθρώπου είναι σεβαστή από όλους, κάθε χώρα  έχει μια θρησκεία που οι περισσότεροι κάτοικοι της πιστεύουν. Έτσι και η Ελλάδα έχει την ορθόδοξη πίστη και υπάρχουν πιστοί  της ορθοδοξίας σε όλο τον κόσμο. Πάνω στην πίστη του Έλληνα για τα θεία όμως, παίζουν και κοροϊδεύουν κάποιοι που φοράνε τα ράσα  και εκμεταλλεύονται την ιδιότητα τους  και την αγάπη του κόσμου για τον Θεό. Πρέπει οι άνθρωποι να ξυπνήσουν επιτέλους και να μάθουν να ξεσκαρτάρουν κάποια πράγματα ή ανθρώπους. Ο ιερωμένος είναι ένας απλός άνθρωπος σαν εμάς που έχει αναλάβει τον ρόλο να μας διδάσκει και να μας καθοδηγεί σωστά στον δρόμο του Θεού. Όμως να μην ξεχνάτε ότι ο ιερωμένος  είναι το ίδιο αδύναμος με εμάς και πως μπορεί να κάνει τις ίδιες βρώμικες πράξεις όπως ο χειρότερος πολίτης.

Για αυτό τον λόγο θα πρέπει να έχουμε τα μάτια μας ανοιχτά, να μην αφήνουμε κανένα να μας εκμεταλλεύεται. Υπάρχουν παπάδες που τηρούν κατά γράμμα τις εντολές της Αγίας Γραφής. Όμως υπάρχουν επίσης και κάτι παπάδες που τηρούν κατά γράμμα τις εντολές του διαβόλου. Στο χέρι μας είναι να τους εντοπίσουμε και να τους απομονώσουμε. Δεν λέω να τους βάλετε όλους σε ένα καζάνι γιατί δεν είναι όλοι ίδιοι, λέω όμως να τους ξεχωρίσετε.

Τώρα αυτό που με παραξενεύει είναι ότι Θεοποιούν κάποιους απατεώνες και τους στηρίζουν ακόμα και αν αποκαλυφθούν τα χιλιάδες εγκλήματα στο έθνος μας,  στην πίστη μας, μέχρι και  πολλά άλλα εγκλήματα απέναντι στον άνθρωπο. Και  το βλέπουμε τώρα με τον Εφραίμ. Τι άλλο δηλαδή θέλει ο πιστός για να ξυπνήσει; Πούλησε με μαεστρία τόσες εκτάσεις γης, κατηγορείται για εγκέφαλος ενός οργανωμένου εγκλήματος κατά της χώρας μας, κατηγορείται για παιδεραστία και άλλες ακόμα σοβαρές  κατηγορίες.  Και ο πιστός εκεί από πίσω του σκυλάκι. Καλά δεν σας παραξενεύει πως η Ρωσία είναι στο πλευρό του και τον προστατεύει; δεν αναρωτηθήκατε τι συμφέροντα κρύβονται από πίσω;   Πως πάτε ακόμα έξω από τις φυλακές και τα κρατητήρια να υποστηρίξετε ένα τέτοιο άνθρωπο;

Ώρες ώρες αναρωτιέμαι πως μπορεί οι άνθρωποι να μην ανοίγουν τα μάτια τους να δουν καθαρά. Δεν θέλουν να δουν τον ήλιο και προτιμούν τις σκιές, τα είδωλα. Τους αρέσει να ζουν στο κόσμο του Σπηλαίου. Φίλοι μου είναι ωραία να αγαπάμε  τον Θεό  και να υποστηρίζουμε την θρησκεία μας από τους διάφορους εισβολείς και τις αιρέσεις, αλλά τους ανθρώπους να μην τους μπερδεύετε με τον Θεό, δεν έχουν καμιά σχέση.

Ο Χριστός ήρθε στη γη  απλός, χωρίς πλούτη, μας έδειξε πως να ζήσουμε για να μπορέσουμε να κερδίσουμε την αιώνια βασιλεία του. Τι δουλειά είχε ο Χριστός μας με τα πλούτη με τις αρπαγές της γης; Και τι δουλειά  με τα βρώμικα πάθη του Εφραίμ και του κάθε Εφραίμ; ξυπνήστε και δείτε καθαρά.

Μύριαμ Κ. Ρόδος

Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2011

ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ ΧΩΡΙΣ ΤΟ ΠΟΤΟ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ



Μια φορά και ένα καιρό, ήταν μια πενταμελής οικογένεια. Η μαμά ο μπαμπάς και τα τρία παιδιά τους. Ο Γρηγόρης ήταν το μικρό παιδί της οικογένειας έξι χρονών, η Κατερίνα δέκα και η μεγάλη η Φωτεινή δεκαπέντε. Οι γονείς καμάρωναν και αγαπούσαν πολύ τα παιδιά τους και φρόντιζαν να κάνουν το καλύτερο για αυτά.

Ήταν παραμονή πρωτοχρονιάς και η μαμά σηκώθηκε πριν καλά καλά ξημερώσει για να κάνει τις ετοιμασίες, για να υποδεχτούν τον καινούριο χρόνο. Ήθελε η φετινή πρωτοχρονιά να είναι καλύτερη από όλες τις άλλες. Ξεκίνησε λοιπόν με την γέμιση της μεγάλης γαλοπούλας, αφού έκανε την γέμιση προσεκτικά και με πολύ μεράκι, την τύλιξε με ένα αλουμινόχαρτο και την έβαλε στον φούρνο να σιγοψήνεται. Έπειτα καθάρισε σχολαστικά το σπίτι, έβαλε πλυντήριο και αφού τελείωσε βγήκε έξω για τα τελευταία ψώνια. Φρόντισε να μην λείψει τίποτα από το γιορτινό τραπέζι, πήρε κρασί, αναψυκτικά, μέχρι και πολύχρωμα κεράκια για να κάνει γιορτινή ατμόσφαιρα.

Το βραδάκι αφού ψήθηκε και η βασιλόπιτα, που είχε  εντωμεταξύ  μοσχομυρίσει όλο το σπίτι, άρχισε να στρώνει το τραπέζι. Έβαλε ένα πορσελάνινο σερβίτσιο που το είχε για αυτές τις περιπτώσεις, τοποθέτησε τα μαχαιροπίρουνα με τάξη. Μετά στόλισε ένα ωραίο κρυστάλλινο γαλάζιο βάζο, με  πανέμορφα λουλούδια. Στην μέση έβαλε κεράκια, το κρασί, έκοψε και το ψωμί και όλα ήταν έτοιμα για να σερβίρει το γιορτινό πρωτοχρονιάτικο γεύμα.

Άρχισε να φωνάζει τότε τα παιδιά, Γρηγόρη, Κατερίνα, Φωτεινή ελάτε το τραπέζι είναι έτοιμο. Τα μικρά έτρεξαν αμέσως με χαρά, μόνο που η Φωτεινή δεν φάνηκε ακόμα. Μα τι κάνει και δεν έρχεται ρώτησε ο μπαμπάς τους λίγο ανήσυχος. Τότε ο Γρηγόρης με την παιδική αφέλεια που χαρακτηρίζει την ηλικία του είπε. Είναι θυμωμένη και κάπου - κάπου κλαίει. Η μάνα τους απορημένη ρωτάει τα παιδιά να της πουν τι έχει πάθει η Φωτεινή και αν γνώριζαν τον λόγο του θυμού της. Τα παιδιά  είπαν ότι δεν ήξεραν τον λόγο.

 Τότε αποφάσισε να πάει η ίδια να δει τι συμβαίνει και να την φέρει στο γιορτινό τραπέζι. Ανέβηκε γρήγορα τα σκαλιά για να πάει στο υπνοδωμάτιο της.  Χτυπάει την πόρτα μα απάντηση δεν παίρνει. Τότε ανοίγει και βλέπει την κόρη της να κάθεται στην άκρη του κρεβατιού μουτρωμένη. Φαινόταν πολύ θυμωμένη και μάλιστα της φάνηκε ότι την αγριοκοίταξε. Τι έχεις Φωτεινούλα μου; την ρώτησε η μητέρα της με περιέργεια αφού δεν ήξερε τι είχε. Τίποτα απαντάει εκείνη. Ε μα πώς τίποτα; έλα κάτω να φάμε έχει από όλα αυτά που σου αρέσουν, σου έχω πάρει και τον αγαπημένο σου χυμό βύσσινο της είπε. Έλα να φάμε και να ανοίξουμε τα δώρα μας, κοντεύει έντεκα, συνέχισε να της λέει προσπαθώντας να την πείσει.

Χμ!!! λέει τότε η Φωτεινούλα με φωνή που έτρεμε από τα νεύρα της. Έχεις όλα τα καλά στο τραπέζι όμως το βασικότερο δεν το έχεις και για αυτό τον λόγο δεν θα έρθω σήμερα να φάω μαζί σας. Η μάνα της που συνέχιζε να μην καταλαβαίνει τι έχει και τι προσπαθεί να της πει η κόρη της, της είπε τότε. Τι είναι αυτό που δεν έχουμε; πες μου να πάω τώρα να το αγοράσω και να στο φέρω. Εμ αυτό δεν αγοράζεται μανούλα μου. Και τι είναι αυτό που δεν αγοράζεται; ρώτησε όλο απορία η μάνα της. Το ποτό της αγάπης το έχετε; ε; το έχετε; Τι θέλεις να πεις; της λέει τώρα η μάμα της, που το μυαλό της πήγε τώρα σε κανένα παιδικό έρωτα της νέας.

Λοιπόν άκου να σου πω τι έχω και να μην με ξαναρωτήσεις μετά τίποτα άλλο. Σήμερα πέρασα από της γιαγιάς μου, δηλαδή  από την μάνα την δική σου. Δεν ήταν στο σπίτι και ρώτησα την κυρά Ευαγγελία την γειτόνισσα και μου είπε ότι πήγε κατά την θάλασσα.  Πήγα τότε να την βρω. Στην αρχή δεν με είδε καθόταν σε ένα παγκάκι με τρείς άλλες γριούλες και συζητούσαν. Πλησίασα και  είδα την γιαγιά να σκουπίζει τα μάτια της, κοντοσταμάτησα τότε μήπως και καταλάβω γιατί κλαίει. Και τότε άκουσα την κυρά Ευφημία να μιλάει, έλεγε ότι ο γιός της το απόγευμα θα ερχόταν να την πάει στο  σπίτι του για να κάνουν πρωτοχρονιά, τα έλεγε και έλαμπε από χαρά. Το ίδιο και η άλλη γριούλα που δεν ξέρω το όνομα της, θα ερχόντουσαν τα παιδιά της σε λίγο να την πάρουν και μάλιστα σηκώθηκε βιαστικά να πάει να ετοιμαστεί. Η γιαγιά μου και η γιαγιά της φίλης μου της Δέσποινας, ήταν στεναχωρημένες και δεν μιλούσαν. Και τι να πουν δηλαδή θα ντρεπόντουσαν που τα δικά τους παιδιά δεν τις σκέφτηκαν. Έκλαιγαν μόνο βουβά χωρίς να μιλάνε  και χωρίς να πουν μια λέξη να κακολογήσουν τα παιδιά τους. Βλέπετε εκείνες σας αγαπάνε όπως και αν τους φέρεστε εσείς. Όταν πήγα κοντά της με αγκάλιασε και με φίλησε, κάθισα δίπλα της για λίγο και μετά την ρώτησα γιατί κλαίει, και ξέρεις τι μου είπε; δεν έχω τίποτα παιδί μου, να ένα σκουπιδάκι έχει μπει στο μάτι μου. Όμως εγώ ήξερα τι είχε, συνέχισε να λέει η Φωτεινή φανερά πικραμένη.


Να σου κάνω μαμά μια ερώτηση μόνο και μετά πήγαινε στο όμορφο και πλούσιο τραπέζι σου να φας. Πες μου παιδί μου είπε εκείνη και τα μάτια της άρχισαν να τρέχουν από τις τύψεις. Όταν γεράσεις και εσύ θέλεις να περνάς μόνη σου τις γιορτές; να μην σε καλεί στο σπίτι του  κανένα από τα παιδιά σου; και μη κακό να είσαι στην θέση της γιαγιάς που έχασε τον παππού και είναι εντελώς μόνη; Θα σου άρεσε; πως θα ένοιωθες; η Μάνα της δεν απάντησε, μόνο έφυγε από το δωμάτιο ντροπιασμένη που μια δεκαπεντάχρονη είχε πιο μεγάλα αισθήματα από εκείνη.

Πέρασαν περίπου τρία τέταρτα, από εκείνη την συζήτηση και ήθελε μισή ώρα για να αλλάξει ο χρόνος. Ξαφνικά χτυπάει και πάλι η πόρτα, η Φωτεινούλα νόμιζε ότι ήταν η μάνα της και ήθελε να την φωνάξει για άλλη μια φορά. Τι θέλεις; φώναξε θυμωμένα, άσε με ήσυχη δεν πεινώ. Φωτεινούλα μου; άκουσε τότε μια γλυκιά αγαπημένη φωνή. Ναι ήταν η γιαγιά της, δεν την γελούσαν τα αυτιά της, έτρεξε όσο πιο γρήγορα μπορούσε άνοιξε την πόρτα και έπεσε στην αγκαλιά της.

Η γιαγιά Φωτεινή έλαμπε από χαρά, σαν την άλλη την κυρά Ευφημία. Τι έγινε γιαγιάκα μου πως ήρθες ως εδώ; Η μαμά μαζί με τον πατέρα σου ήρθαν σπίτι και με έφεραν να κάνω μαζί σας πρωτοχρονιά, να είναι πάντα καλά να σας χαίρονται. Η γιαγιά φυσικά δεν ήξερε τι είχε προηγηθεί και ούτε η Φωτεινούλα θα της το έλεγε ποτέ. Θα της χαλούσε έτσι την χαρά ότι η κόρη και ο γαμπρός της την σκέφτηκαν. Άλλωστε δεν την ένοιαζε την Φωτεινούλα τίποτα άλλο παρά μόνο ότι φέτος θα έκανε την πιο όμορφη πρωτοχρονιά. Επιτέλους οι γονείς της είχαν βάλει στο γιορτινό τραπέζι το ποτό της αγάπης. Και έτσι έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα.

Χρόνια πολλά με υγεία, ειρήνη, ευτυχία εύχομαι σε όλο τον κόσμο. Και μην ξεχάσετε και εσείς  να βάλετε στο γιορτινό τραπέζι το ποτό της αγάπης. θα δείτε  όταν το πιείτε ότι θα περάσετε την πιο όμορφη πρωτοχρονιά.

Μύριαμ Κ. Ρόδος

Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2011

ΚΑΤΩ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΡΟΔΟ ΜΑΣ

Η Πολιτεία εδώ και καιρό έχει βάλει σκοπό να απλώσει χέρι σε όλα τα νησιά και να τα λεηλατήσει. Κάτω τα χέρια από την περιουσία της Ρόδου γιατί θα έχετε άσχημα ξεμπερδέματα μαζί μας.

Σας παρακολουθώ εδώ και καιρό έχετε κατακρεουργήσει την Ελλάδα, την τεμαχίζετε κομμάτι κομμάτι, μήπως και δεν πάρουμε χαμπάρι τι σκοπεύετε να κάνετε, αλλά είστε ηλίθιοι. Είναι δυνατόν να λεηλατούν το σπίτι μας και να μην το βλέπουμε; είναι δυνατόν να κόβετε την σάρκα μας και να μην πονάμε; είναι δυνατόν να κλέβετε την γη μας και να μην φωνάξουμε; Ρε κλεφταράδες πουλημένοι προδότες δεν έχετε ούτε ιερό ούτε όσιο εσείς;

Και εσείς οι Δωδεκανήσιοι βουλευτές τι στο διάτανο κάνετε; γιατί σας ψηφίσαμε; για να συνηγορήσετε στο ξεπούλημα μας; Μην τολμήσει και πατήσει κανείς από εσάς στην Ρόδο ξανα, αν δεν προστατεύσετε το νησί μας. Με ακούτε; μάθατε τώρα το πρόγραμμα της κτηματογράφησης, δηλαδή καμουφλαρισμένο ξεπούλημα. Ξυπνήσετε Έλληνες από όλα τα μέρη της Ελλάδας μας ξεπουλάνε και λεηλατούν την περιουσία  του τόπου μας με την δικαιολογία της κρατικής κτηματογράφησης.

Στάθη Κουσουρνά σε καλώ να πεις ένα μεγάλο όχι και να αντισταθείς σε αυτή την άθλια για την Ρόδο κατάσταση. Αγωνίσου και μην αποστασιοποιείσαι στο ξεπούλημα  του νησιού. Η περιουσία της Ρόδου πρέπει να παραμείνει στη Ρόδο γιατί ανήκει μόνο στους Ροδίτες. Εμείς να ξέρετε δεν συμβιβαζόμαστε ούτε υποχωρούμε, κάτω τα χέρια από το νησί μας κλεφταράδες γιατί θα σας τα κόψουμε αυτή τη φορά.

Μύριαμ Κ. Ρόδος

Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2011

ΚΑΛΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ ΜΕ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΧΑΡΑ ΣΕ ΟΛΟ ΤΟ ΚΟΣΜΟ.

Αγαπητοί μου φίλοι μου και αναγνώστες του μπλοκ, θέλω να σας ευχαριστήσω θερμά που στηρίξατε όλη αυτή την προσπάθεια μου. Επίσης θέλω να σας ευχηθώ μέσα από την καρδιά μου να έχετε υγεία πάνω από όλα.  Εύχομαι ο καινούριος χρόνος να μας φέρει όλα αυτά που εμείς οι Έλληνες χάσαμε, την αξιοπρέπεια το κύρος, τις δουλειές μας, τα λεφτά μας. Ακόμα πολλές ευχές και ειρήνη στην καρδιά όλων των μοναχικών ανθρώπων με την ευχή η καινούρια χρονιά να τους βρει μια συντροφιά και να πορεύονται  ευτυχισμένοι.

Καλή χρονιά και σε όλους όσους έχουν χάσει κάποιον δικό τους άνθρωπο και πενθούν. Ξέρω για αυτούς τους ανθρώπους οι γιορτές είναι δύσκολες για αυτό τους εύχομαι να έρθει η ειρήνη και η γαλήνη μέσα στην καρδιά τους για να μπορέσουν να αισθανθούν έστω για λίγο την χαρά των Χριστουγέννων. Χρόνια πολλά και στους Έλληνες μετανάστες που βρίσκονται αυτές τις χρονιάρες μέρες μακριά από τους δικούς τους. Χρόνια πολλά στους ναυτικούς μας που και αυτοί θα κάνουν στο πέλαγος γιορτές. Χρόνια πολλά και στους ασθενείς που θα γιορτάσουν στο κρεβάτι, εύχομαι καλή ανάρρωση και η υγειά τους να αποκατασταθεί σύντομα.  Καλή χρονιά και σε όλο τον κόσμο με την ελπίδα να επικρατήσει Ειρήνη και ευημερία παντού. Καλή χρονιά χρόνια χρόνια  πολλά και του χρόνου με υγειά πάλι όλοι εδώ, κανείς να μην λείψει εύχομαι. Με πολύ αγάπη Μύριαμ.
 Μύριαμ Κ. Ρόδος

Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2011

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΗΣ ΓΙΑΓΙΑΣ

Σε μια μεγάλη πόλη, την Θεσσαλονίκη, ζούσε μια γιαγιά που όλη μέρα φύλαγε τα εγγόνια της, μια που οι γονείς τους δούλευαν. Όμως για να κάθονται  ήσυχα έφερναν μαζί τους και έναν υπολογιστή. Τα δύο αγόρια ο Μανώλης και ο Γιώργος, κλεινόταν στο δωμάτιο και έπαιζαν μέχρι να νυχτώσει και να έρθουν οι γονείς τους να τα πάρουν. Η γιαγιά με το ζόρι τα φώναζε για να έρθουν να φάνε. Έτσι που τα έβλεπε, στεναχωριόταν και ανησυχούσε πολύ.

Τις τελευταίες μέρες η γιαγιά παρατήρησε ότι τα παιδία ήταν πολύ χλωμά, παρόλο που ήταν στρουμπουλά. Δεν έτρωγαν όμως σωστά,  η διατροφή τους ήταν περισσότερο πατατάκια, γαριδάκια σοκολάτες και πολλά αναψυκτικά. Μια μέρα σαν ήρθαν τα παιδιά και πριν προλάβουν να κλειστούν πάλι και αρχίσουν το χαζοπαίχνιδα τους, όπως το έλεγε η γιαγιά, αποφάσισε να τους μιλήσει.


Γιωργάκη και Μανωλάκη; τι θες γιαγιά απάντησαν και τα δυο μαζί, πες μας γρήγορα γιατί πρέπει να παίξουμε. Αφήστε αυτό το ψευτόπραγμα για λίγο και καθίστε να σας πω μια ιστορία. Τα παιδιά κάθισαν δυσανασχετώντας, αφού κατά την γνώμη τους τα καθυστερούσε. Θέλω να σας πω μια ιστορία  για τον τρόπο  που μεγάλωσε η γενιά μου. Και μετά θέλω να τον συγκρίνουμε με τον δικό σας τρόπο ζωής. Τα παιδιά κρυφοκοιτάχτηκαν και γέλασαν ειρωνικά, σαν να περιφρονούσαν τα παλιά χρόνια της γιαγιάς.


Εγώ που λέτε παιδιά μου, μεγάλωσα σε ένα χωριό της Μακεδονίας. Οι κάμποι και τα λιβάδια ήταν τόσο μεγάλα που δεν έφτανε το μάτι σου να τα κοιτάξεις. Οι αγροί ήταν γεμάτο από μαργαρίτες και παπαρούνες. Όταν άνθιζαν οι αμυγδαλιές ήταν σαν να φορούσαν τα νυφικά τους, με άσπρα και ροζ φορέματα. Σαν αυτό τον πίνακα που έχω στολισμένο. Βλέπετε; εσείς τα βλέπετε μόνο από έναν άψυχο έργο, ενώ εμείς είχαμε την τύχη να τα καμαρώνουμε από κοντά. Οι μυρωδιές από την φύση ήταν τόσο έντονες, που νόμιζες ότι κάποιος είχε ρίξει στην γη ένα μαγευτικό άρωμα. Εκεί λοιπόν που μεγάλωσα εγώ ήταν τόσο ωραία και ήσυχα. Μέσα σε αυτή την ομορφιά ήταν και οι αγελάδες του κυρ Μήτρου του Λειβαδίτη, που ήταν από την Λειβαδιά και για αυτό τον έλεγαν έτσι. Από τις αγελάδες του τρεφόταν το μισό χωριό.

Κάθε πρωί μας ξυπνούσε με την αγριοφωνάρα του, ο γαλατάααας, ο γαλαταάαααααας". Θυμάμαι και ένα ωραίο τυρί που έκανε, ήταν μαλακό και ανάλατο, αλλά σαν το έτρωγες ένοιωθες και μύριζες το φρέσκο γάλα και μας άρεσε πολύ. Όμως δεν μας ξυπνούσε μόνο η αγριοφωνάρα του κυρ Μήτρου, αλλά και τα κοκόρια που είχε η γιαγιά μου στην αυλή. Είχε ένα μεγάλο κοτέτσι και εκεί είχε περίπου, δεκαπέντε κότες και δυο κοκόρια.  Μου άρεσε πολύ,  να μαζεύω τα αυγά. Το πρωί μόλις ξυπνούσα εκεί έτρεχα πρώτα. Μια φορά θυμάμαι μου επιτέθηκε μια κότα και με τσίμπησε. Πόνεσες γιαγιά; είπε φοβισμένο το Γιωργάκη. Λίγο μα πιο πολύ τρόμαξα,  μετά γέλασα. Η γιαγιά μου είπε ότι ήταν κλωσσού  και  προστάτευε τα αυγά της. Μετά το μάζεμα των αυγών πήγαινα στην βρύση και κουβαλούσα νερό στο σπίτι με ένα λαγήνι. Δεν είχαμε βλέπεις νερό τότε στα σπίτια και η βρύση, ήταν στην πλατεία του χωριού. Αυτό θα ήταν κουραστικό όμως γιαγιά έτσι; παρατήρησε το Μανωλάκη. Όχι παιδί μου ήταν όμορφα και διασκεδαστικά, είπε η γιαγιά και συνέχισε την αφήγηση. Μαζευόμασταν εκεί όλα τα κορίτσια και γελούσαμε με τις διάφορες ιστορίες που λέγαμε. Αφού τελείωνα με τις δουλειές που είχα αναλάβει, καιρός είχε το παιχνίδι τώρα.

Είχα μια φίλη την Λενιώ και κάθε μέρα ερχόταν σπίτι μου, για να με πάρει να παίξουμε. Δίπλα από το σπίτι μας είχε ένα μεγάλο χωράφι, γεμάτο μαργαρίτες και διάφορα αγριόχορτα. Εκεί πηγαίναμε και στήναμε τα σπιτάκια μας. Μαζεύαμε διάφορες πετρούλες και κυκλώναμε ένα μέρος η κάθε μια και κάναμε τάχα μου, πως ήταν τα σπίτια μας. Έπειτα στρώναμε μια μικρή κουρελού και καθόμασταν πάνω. Σε λίγο ερχόταν πότε η μια και πότε η άλλη για επίσκεψη και παίζαμε τις κουμπάρες. Αφού παίζαμε αρκετά, σηκωνόμασταν και πηγαίναμε να βρούμε τα άλλα παιδιά και να παίξουμε ομαδικά. Τι παιχνίδια παίζατε τότε γιαγιά; ρώτησαν και τα δυο με μια φωνή. Η γιαγιά κοίταξε τα παιδιά με ικανοποίηση, έδειχναν φανερά ότι άρχισαν να δείχνουν ενδιαφέρων. Και μάλιστα την ρωτούσαν τα ίδια, για να μάθουν όσο πιο πολλά μπορούσαν από εκείνη την εποχή.

Με ένα τόπι που είχε φτιάξει κάποιο παιδί από κουρέλια, παίζαμε ένα παιχνίδι που λεγόταν μήλα. Χωριζόμασταν σε δύο ομάδες, αντικριστά η μια από την άλλη. Μέσα στην μέση ήταν άλλα παιδιά και προσπαθούσαν να τα σημαδέψουν, όποιος έπιανε το τόπι κέρδιζε  μια ζωή. Όποιον τον χτυπούσε και έπεφτε έχανε και έβγαινε έξω από το παιχνίδι. Αυτός όμως που είχε πιάσει το τόπι, είχε ακόμα μια η δυο ευκαιρίες να παίξει, ανάλογα με το πόσες φορές θα έπιανε το τόπι. Μετά υπήρχε η εταιρία, ένα παιχνίδι που παιζόταν με ένα τενεκεδένιο κουτί. Εκεί είχε πολύ κυνηγητό. Παίζαμε σχοινάκι, ακόμα και βόλους με του καϊσιού τα κουκούτσια παίζαμε.  Όταν τρώγαμε τα καίσια  φυλάγαμε τα κουκούτσια,  τα στεγνώναμε και παίζαμε με αυτά. Τα βάζαμε κάτω και σημαδεύαμε από μια απόσταση. Όποιος τα χτυπούσε τα κέρδιζε και τα έπαιρνε για έπαθλο. Με αυτά θυμάμαι κάναμε ένα ωραίο γλυκό, σπάγαμε τα κουκούτσια, βρέχαμε ψωμί και βάζαμε μπόλικη ζάχαρη. Μετά τα τοποθετούσαμε στο γουδί και δώστου να τα χτυπάμε μέχρι να γίνουν αλοιφή και να τα φάμε.

Μόλις νύχτωνε μαζευόμασταν όλα τα παιδιά της γειτονιάς και λέγαμε διάφορες ιστορίες. Μερικά τα πιο τολμηρά λέγανε τρομαχτικές ιστορίες και μας φόβιζαν. Εμείς τότε τρέχαμε γρήγορα σπίτι μας γιατί τρομάζαμε πολύ. Εκεί ήταν η μαμά, που μας περίμενε με την λάμπα να φάμε και να μας βάλει για ύπνο. Τότε δεν είχαμε ηλεκτρικό και τηλεόραση και κοιμόμασταν νωρίς.
Καλά γιαγιά, πως σας άφηναν μόνα σας τόσες ώρες δεν φοβόντουσαν; Τι να φοβηθούνε παιδάκι μου, είπε η γιαγιά που καμάρωνε για την όμορφη και με λιγότερους κινδύνους εποχή της. Τότε ήταν άλλα χρόνια, είπε. Μα μην νομίζεις μας επέβλεπαν από μακριά. Εμένα η δική μου η γιαγιά, συχνά με φώναζε για να μου δώσει να φάω  ψωμάκι με το λαδάκι που μου έφτιαχνε. Η γιαγιά μου ήξερε να φτιάχνει και ωραία τηγανόψωμα που ακόμα τα θυμάμαι. Να μας κάνεις και εμάς γιαγιά να τα δοκιμάσουμε, φώναξε το Γιωργάκη. Αμέ θα σας κάνω να δείτε τι ωραία είναι, τους είπε χαρούμενη.

 Ελάτε να σας φτιάξω τώρα, θα με βοηθήσετε θέλετε; Ναι!!! φώναξαν ενθουσιασμένα τα παιδιά. Η γιαγιά πηγαίνει τότε στην κουζίνα. Μανωλάκη πιάσε το γάλα από το ψυγείο και εσύ Γιωργάκη, κόψε λίγες φέτες ψωμί. Τα παιδιά με προθυμία έκαναν ότι τους έλεγε η γιαγιά τους, φέρε και δυο αυγά από το ψυγείο Μανωλάκη. Μετά έπιασε ένα πιάτο και έσπασε τα δυο αυγά μέσα. Μέχρι να βάλω το λάδι στο τηγάνι χτύπα λίγο τα αυγά με το πιρουνάκι. Τώρα τι να κάνω; ρωτάει ξανά ο Γιωργάκης που εντωμεταξύ είχε κόψει το ψωμί. Βοήθα τον αδελφό σου, ρίξε μέσα στα αυγά που χτυπάει λίγο γάλα. Αφού πια ήταν όλα έτοιμα έβαλε τα παιδία να βουτήσουν στο μείγμα τα ψωμιά και έπειτα, να τα βάζουν σε μια πιατέλα. Εκείνη άρχισε να τηγανίζει τις φέτες, μυρίζουν υπέροχα είπαν και τα δυο και καμάρωναν που έβαλαν το χεράκι τους. Αφού τηγανίστηκαν όλες οι φέτες, η γιαγιά τις πασπάλισε με κανέλα και ζάχαρη. Η μυρουδιά πράγματι ήταν υπέροχη. Ελάτε τώρα να φάμε είπε, αλλά μέχρι να τηγανίσει  τους είχε φτιάξει και αλισφακιά, ένα τσάι του βουνού. Μμμ!! τι είναι αυτό; πως το λένε; ρώτησαν τα παιδιά την γιαγιά τους. Τσάι του βουνού τους απάντησε. Τα παιδιά είχαν ξεχάσει πια τελείως το δικό τους παιχνίδι και έμοιαζαν να θέλουν να κλέψουν, λιγάκι από τα χρόνια και τα παιχνίδια της γιαγιάς.

Την ώρα που έτρωγαν η γιαγιά τους τα κοιτούσε και έδειχνε πολύ ευχαριστημένη που κατάφερε έστω  και για λίγο, να τα αποτρέψει από εκείνο το παιχνίδι που τα ζαβλάκωνε.

Τώρα πείτε μου εσείς παιδιά μου τι παιχνίδια παίζετε; πως τα λέτε; και σε ποιο μέρος γίνεται το παιχνίδι σας; τους είπε η γιαγιά με τις έξυπνες ερωτήσεις της. Φαίνεται κάτι είχε στο μυαλό της, σαν να ήθελε να τους ανοίξει τα μάτια για κάτι.
Τα παιδιά χωρίς να το σκεφτούν άρχισαν να της απαριθμούν ένα σωρό παιχνίδια. Παίζουμε μονόπολη, ποδόσφαιρο, καράτε, φάρμα, τάβλι και πολλά ακόμα που και να στα πούμε, δεν θα τα ξέρεις είπαν και γέλασαν. Γιατί θεώρησαν ότι είναι προηγμένη τεχνολογία και δεν θα καταλάβαινε η γιαγιά. Και που τα παίζεται όλα αυτά τους ρώτησε; Μα στον υπολογιστή γιαγιά. Χμ!! λέει εκείνη σκεφτική, και αντίπαλους έχετε σε όλα αυτά τα παιχνίδια; ναι έχουμε είπαν και τα δύο μαζί. Να μου φέρετε λοιπόν εδώ τους φίλους σας να τους κεράσω, τους είπε με πονηριά η γιαγιά και γέλασε. Μα γιαγιά, που να τους βρούμε σάμπως εμείς ξέρουμε ποιοι είναι; Τότε η γιαγιά γέλασε και τους είπε. Δηλαδή αν μια μέρα χαλάσει  το χαζοκούτι που παίζετε, θα χάσετε και τους φίλους σας; Ναι σίγουρα είπε το Γιωργάκη που άρχισε να καταλαβαίνει τι ήθελε να πει η γιαγιά. Α!!! να σας κάνω και μια ερώτηση ακόμα, μπάλα πως παίζετε μέσα από εκεί; Ρώτησε πάλι η γιαγιά και τα μάτια της φωτίστηκαν από μια λάμψη θριάμβου. Κουνάμε το τζόι στικ και κινείται ο παίκτης, είπε χαμηλόφωνα τώρα ο Γιωργάκης που σαν μεγαλύτερος άρχισε να καταλαβαίνει το νόημα των ερωτήσεων της γιαγιάς.

Η γιαγιάκα τώρα σηκώθηκε από την καρέκλα και με σοφία τους είπε. Δηλαδή παιδιά μου κάθεστε όλη μέρα μέσα και δεν βγαίνετε μήτε στον ήλιο για να σας δει; Χαζεύετε με τις ώρες κλειδωμένοι μέσα άσκοπα, χωρίς να κάνετε κάτι δημιουργικό; Δεν έχετε φίλους και απομονωθήκατε για τους ψεύτικους φίλους του χαζοκουτιού σας; Δεν παίζεται μπάλα να κινηθείτε και να αναπτυχθούν σωστά τα κόκκαλα σας, για να παίζετε με ένα μοχλό και να σαπίζετε;

Να σας πω λοιπόν την γνώμη μου για την δική σας γενιά και μετά, ακούω και την δική σας άποψη εντάξει; Τους είπε πάλι η γιαγιά, όμως αυτή τη φορά φαινόταν φανερά εκνευρισμένη. Θέλω να μου πείτε Γιωργάκη και Μανωλάκη όταν μεγαλώσετε και συνεχίσετε με τον ίδιο ρυθμό, τι θα έχετε να θυμάστε από τα παιδικά σας χρόνια; ποιά θα είναι η εμπειρία σας; Αν για παράδειγμα σας ρωτήσουν τα παιδιά σας πες μας μπαμπά ιστορίες δικές σου,  όταν ήσουν παιδί και σας ρωτήσουν, τι παιχνίδια παίζατε τότε; ποιους φίλους είχατε; Εσείς τι θα απαντήσετε; και πόσες παραστάσεις από την ζωή σας θα μπορείτε να τους διηγηθείτε;

 Να σας πω εγώ; Είπε η γριούλα που φαίνεται καλά να ήξερε τι λέει. Το μόνο που θα μπορείτε να τους πείτε είναι ότι όλη μέρα έπαιζα παιχνίδια στον υπολογιστή και οι φίλοι μου, ήταν πάντα εικονικοί. Και σκεφτείτε τώρα πόσα ανιαρά θα  ακούγονται όλα αυτά στα παιδιά σας, καθώς δεν θα έχετε ούτε μια εικόνα από παιχνίδια με φίλους, ούτε ευχάριστες ή λυπημένες στιγμές να θυμάστε. Στο μυαλό σας θα υπάρχει ένα κενό και όταν ασπρίσουν τα μαλλιά σας θα καταλάβετε τι χάσατε, σε όλα αυτά τα ωραία παιδικά σας χρόνια.

Η γιαγιά είχε δίκιο σε όσα έλεγε συμφωνώ και εγώ, αν δεν τρέξεις, δεν παίξεις, δεν χτυπήσεις, δεν νοιώσεις όλες τις παιδικές στιγμές σου, θα είσαι σαν ένα άδειο κουτί χωρίς περιεχόμενο. Το περιεχόμενο φυσικά του κουτιού είναι οι παιδικές εμπειρίες και μνήμες που δεν θα υπάρχουν. Και για αυτό προσπαθούσε να δείξει στα παιδιά τον κόσμο μέσα από τα δικά της μάτια, τα γέρικα και ρυτιδωμένα, αλλά πλούσια σε γνώση από τις εμπειρίες της ζωής.

Αυτό ήθελε η γριούλα, να τους μεταφέρει και να  τους αφυπνίσει, όσο είναι ακόμα νωρίς. Να τρέξουν δηλαδή και να περισυλλέξουν, εμπειρίες και όμορφες ή άσχημες στιγμές. Και έτσι να γεμίσουν το φιλμ της μνήμης τους γι αυτούς, αλλά και τα παιδιά τους. Σκεφτείτε τώρα να καθίσετε να δείτε ένα έργο και το φιλμ να είναι μαύρο και κενό, θα σας αρέσει; σίγουρα όχι. Αυτό ήταν το μήνυμα   λοιπόν της γιαγιάς και για αυτό τους έδειξε το δικό της φιλμ που ήταν ένα πανέμορφο έργο, γεμάτο αρώματα, εικόνες, λουλούδια και γιατί όχι και αγκάθια.  Μια φορά, το φιλμ και το έργο είχε σπουδαίες παραστάσεις, με πλούσιες εμπειρίες από το παρελθόν και είχε πρωταγωνίστρια την ίδια.

Τα παιδιά τότε αφού κατάλαβαν αυτά που ήθελε να πει η γιαγιά τους και αφού για λίγα λεπτά επικράτησε μια σιωπή, τότε το Γιωργάκη σαν μεγαλύτερο που ήταν, άρχισε να της λέει.  Γιαγιά μου αν δεν μας έλεγες  για τα όμορφα παιχνίδια σου, εμείς θα ήμασταν ακόμα  κολλημένοι στον κόσμο του ιντερνέτ. Δεν λέμε έχει πολλά ενδιαφέροντα πράγματα να μάθεις και να δεις που αλλιώς, δεν θα μπορούσες να ξέρεις. Ακόμα με το ιντερνέτ επικοινωνείς με όλο τον κόσμο και διευρύνεις τις γνώσεις σου. Όμως μετά την συζήτηση που μας έκανες, πιστεύω ότι πρέπει να γίνετε μια λογική χρήση. Να μπαίνουμε μέσα για λίγη ώρα, αλλά μετά να βγαίνουμε έξω να παίζουμε στην αυλή με τα γειτονόπουλα, να ανταλλάζουμε απόψεις και να πιάσουμε και τα επιτραπέζια που μας αγόρασε η μαμά να παίζουμε όλοι μαζί. Από σήμερα θα δεις ότι θα αλλάξουμε και θα ακούσουμε τις σοφές και με αγάπη συμβουλές σου.

Πιστεύω όλα τα παιδιά που θα διαβάσουν αυτή την αφήγηση της γιαγιάκας στα εγγονάκια της, να αλλάξουν συμπεριφορά. Δεν πρέπει παιδιά να κάθεστε με τις ώρες αποσβολωμένοι μπροστά σε μια οθόνη γιατί ακούσατε τι θα χάσατε. Αλλά μαζί με τις κενές μνήμες να συμπληρώσω και εγώ, ότι θα χαλάσετε και τα ωραία σας ματάκια. Αυτό το λένε οι γιατροί εγώ το επισημαίνω απλώς, έτσι για να είστε πιο προσεκτικοί.

Βγείτε έξω λιγάκι και παίξτε στην αυλή. Χαρείτε την μέρα και την κάθε μέρα. Ξεκινήστε από σήμερα και θα δείτε αύριο θα έχετε κιόλας μια μέρα στο δικό σας φιλμ. 


Μύριαμ Κ. Ρόδος

Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2011

ΜΕΛΙΝΑ ΜΕΡΚΟΥΡΗ ΑΥΤΗ Η ΕΛΛΗΝΙΔΑ ΜΑΛΙΣΤΑ

Η Μελίνα μας αποδείχτηκε ότι ήταν μαχητική Ελληνίδα και με μεγάλη καρδιά. Αγωνιζόταν με νύχια και με δόντια για την Ελλάδα μας. Θυμάστε πως αγωνίστηκε για να πάρουμε πίσω τους Ελληνικούς θησαυρούς, που μας είχαν κλέψει οι διάφοροι κατακτητές; Σκοπός της Μελίνας ήταν να επιστραφούν τα μάρμαρα του Παρθενώνα, από το Βρετανικό μουσείο.

 Η Μελίνα κατά την παραμονη της στο εξωτερικό, πάλεψε με πείσμα για να ανατρέψει την χούντα. Έδινε τον αγώνα της και από το εξωτερικό.  Πάντα μιλούσε με τα καλύτερα λόγια για την χώρα μας, γιατί την πονούσε ειλικρινά. Αυτή είναι η γυναίκα Ελληνίδα και αυτή είναι που θα μείνει στην ιστορία σαν μια ηρωίδα.

Και έρχεται τώρα μια Νάνα Μούσχουρη να ταχθεί έτσι φανερά υπέρ της Μέρκλ δηλαδή υπέρ των Γερμανών που έχουν κάνει τόσα εγκλήματα στην χώρα μας. Ν. Μούσχουρη ξέχασες τα δικά μας δανεικά; αυτά δεν τα πήραμε ποτέ πίσω εμείς γιατί; Αν μας τα έδιναν θα είχαν μούτρα να μιλάνε, τώρα με τί πρόσωπο έρχονται και μας λένε για δανεικά; ή μας λυπούνται; Εγώ ένα θα σου πω με τις ανθελληνικές δηλώσεις που έκανες. Έδειξες ότι δεν είσαι άξια να λέγεσαι Ελληνίδα. Τώρα που σε χρειαζόταν η Πατρίδα μας εσύ της γύρισες το κεφάλι, τώρα που χρειάστηκε στήριξη εσύ την ποδοπάτησες και μην σε δω να έρθεις πίσω στην Ελλάδα. Γιατί εσύ με τις πράξεις σου, έστρεψες ολόκληρο τον λαό μας εναντίων σου. Με τις ανθελληνικές δηλώσεις σου μας έδειξες καθαρά ότι είσαι μια συμφεροντολόγα Γερμαναρού.

Θέλω να σε ρωτήσω κάτι κ. Μούσχουρη, το προκλητικό και πρόστυχο δημοσίευμα από τον γερμανικό τύπο δεν το είδες; Δεν ένοιωσες αγανάκτηση σαν Ελληνίδα; δεν ντράπηκες; Μα βέβαια που να την βρεις την ντροπή όταν κάθεσαι και κάνεις τέτοιες δηλώσεις και καταδικάζεις την ίδια σου την πατρίδα. Ντροπή σου και ξανά ντροπή σου ¨κυρία¨ Μούσχουρη.

Μύριαμ Κ. Ρόδος

Τρίτη 13 Δεκεμβρίου 2011

ΕΛΛΑΔΑ Σ' ΑΓΑΠΩ ΓΙΑΤΙ…

Ελλάδα σε αγαπώ γιατί έχεις πλούσια πολιτισμική ιστορία. Σε αγαπώ γιατί εσύ πρώτη έδωσες τα φώτα του πολιτισμού και φώτισες όλο τον κόσμο. Σε αγαπώ γιατί έχεις βγάλει σπουδαίους πνευματικούς και γενναίους άντρες και γυναίκες, που έχουν μείνει στην ιστορία και μας καθοδηγούν με τις πράξεις τους. Σε αγαπώ γιατί είσαι πανέμορφη, η φύση σου έχει δώσει απλόχερα την ομορφιά της. Σε αγαπώ γιατί έχεις ψυχή. Ακόμα και στης πιο δύσκολες μέρες δεν παραδίνεσαι και ούτε αφήνεσαι στην τύχη, αντιστέκεσαι και πολεμάς.

Σε αγαπώ και σε λατρεύω γιατί είσαι πολύ  ταλαιπωρημένη. Έχεις δεχτεί πολέμους, διωγμούς, ταπεινώσεις, από τους βαρβάρους, προδοσίες από τις εκάστοτε κυβερνήσεις που ανεβαίνουν με δόλο για να σε διαλύσουν. Τώρα τελευταία μάλιστα σε αγαπώ περισσότερο, γιατί βλέπω ένα βρώμικο σχέδιο εξόντωσης σου. Ακόμα θέλω να σου πω Ελλαδίτσα μου ότι μαζί με το  σχέδιο αφανίσης σου αυτή τη στιγμή μεθοδεύουν και το δικό μας θάνατο. Βλέπεις όλα τα παιδιά σου δυστυχούν και υποφέρουν. Μερικά μάλιστα δεν αντέχουν την πείνα και φεύγουν στη ξενιτιά. Όμως μην στεναχωριέσαι και εκεί που θα είναι η καρδιά τους πάντα θα χτυπάει για σένα, γιατί όλοι μας είμαστε τρελά ερωτευμένοι μαζί σου.

Θέλω να σε διαβεβαιώσω ότι εμείς τα παιδιά σου σαν πραγματικά Ελληνόπουλα δεν θα επιτρέψουμε σε κανένα βάρβαρο να σε αφανίσει ή να σε σκοτώσει. Όλοι μαζί θα σου δώσουμε την ψυχή μας και θα σε κρατήσουμε ζωντανή. Έχεις πολλά παιδιά που σε αγαπούν και θα πέθαιναν για σένα.

Γι αυτό μην ανησυχείς Ελλάδα μου η αγάπη όλων μας και του Θεού, θα σε κρατήσει για άλλη μια φορά ζωντανή και θα σε βοηθήσει να βγεις και από αυτή την δοκιμασία. Είμαι σίγουρη ότι θα κρατήσεις όλα τα ζωτικά σου όργανα γερά όπως τότε. Η γλώσσα και η θρησκεία τα βασικά όργανα που χρειάζεσαι για να ζήσεις εμείς σου υποσχόμαστε θα τα κρατήσουμε ζωντανά πάση θυσία. Σε αγαπάμε πολύ, τα παιδιά σου. 

Μύριαμ Κ. Ρόδος

Ο ΑΝΕΜΟΣ ΚΑΙ Η ΓΟΡΓΟΝΑ

 
Μια φορά και ένα καιρό, ήταν ένας πολύ όμορφος νέος που τον έλεγαν Άνεμο. Αυτός ζούσε σε ένα κοραλλένιο νησί. Είχε ασυνήθιστα,  όμορφα, πολύχρωμα  κοράλλια αυτό το νησί. Κάθε μέρα ο Άνεμος κατέβαινε στην παραλία και βουτούσε στα καταγάλανα νερά.  Του άρεσε να κοιτάει τα κοράλλια. Όταν βρισκόταν εκεί μέσα ένοιωθε μια μεγάλη έκσταση να τον κυριεύει από την τόση ομορφιά που έβλεπε. Ο ήλιος συνέβαλε σε αυτή την ομορφιά, έριχνε τις ακτίνες του όλη μέρα και αυτές έκαναν ένα τρελό παιχνίδι  χρωμάτων μαζί με τα κοράλλια.

Μια χειμωνιάτικη μέρα που η θάλασσα ήταν φουρτουνιασμένη   ο νέος πάλι πήγε για τη συνηθισμένη βουτιά του. Δεν ήθελε να χάσει με τίποτα αυτή την ομορφιά. Έτσι γδύθηκε και βούτηξε στην θάλασσα. Τα νερά όμως ήταν θολά από την θαλασσοταραχή και δεν φαινόντουσαν καλά τα κοράλλια. Κάποια στιγμή πάνω στην προσπάθεια του να κοιτάξει από κοντά τα κοράλλια, άρχισε να τον παρασέρνει το κύμα και πριν καλά καλά το καταλάβει, άρχισε να πνίγεται. Άρχισε να χάνει τις αισθήσεις του, όμως ξαφνικά ένα χέρι άρχισε να τον σηκώνει, να τον τραβάει απαλά, και να τον βγάζει στην επιφάνεια. Γύρισε τότε μέσα στην ζαλάδα του, να δει ποιός είναι αυτός που τον βοηθάει. Η έκπληξη του παρά την ζαλάδα του ήταν μεγάλη. Μια πανέμορφη ξανθιά κοπέλα του χαμογέλασε και σαν να του έδινε υπόσχεση ότι θα τον σώσει. Αφού τον έβγαλε έξω στα ρηχά πριν καλά καλά προλάβει να την ευχαριστήσει, κάνει μια βουτιά και χάνεται. Το μόνο που πρόλαβε να δει, ήταν μια μεγάλη  ουρά ψαριού  αντί για πόδια. Ο νέος βγήκε έξω και αφού συνήλθε από το σοκ του πνιγμού, τράβηξε σιγά σιγά για το σπίτι του.

Όλη την νύχτα ο Άνεμος δεν έκλεισε μάτι. Σκεφτόταν όλα όσα έγιναν στη θάλασσα. Το όμορφο και γλυκό προσωπάκι της κοπέλας  δεν έφευγε από την σκέψη του. Αναρωτιόταν αν όλα αυτά  ήταν αλήθεια ή παραίσθηση λόγω του παραλίγο πνιγμού του.

Την άλλη μέρα ξεκίνησε πρωί πρωί για την θάλασσα με την ελπίδα πως θα την συναντήσει την κοπέλα εκεί. Ήθελε να ευχαριστήσει αλλά και να ξαναδεί το πανέμορφο και παράξενο πλάσμα. Μόλις έφτασε εκεί χωρίς να χάσει καιρό βουτάει αμέσως μέσα. Κολυμπούσε αρκετή ώρα ψάχνοντας παντού, ακόμα και στις θαλάσσιες σπηλιές. Μόλις σωνόταν η αναπνοή του ανέβαινε στην επιφάνεια, έπαιρνε μια μεγάλη ανάσα και ξανάβουτούσε.

 Μετά από δύο ώρες κολύμβησης την βλέπει να έρχεται από μακριά και να τον πλησιάζει. Η καρδιά του χτύπησε δυνατά, είναι απίστευτα όμορφη σκέφτηκε. Γεια σου του είπε αυτή, εκείνη την ώρα όμως ο Άνεμος ανέβηκε γρήγορα στην επιφάνεια να πάρει την ανάσα του. Όμως γρήγορα ξαναβούτηξε γιατί φοβήθηκε να μην την χάσει. Εκείνη όμως ήταν εκεί και τον περίμενε χαμογελαστή.

Αυτό όμως που τον στεναχωρούσε,  ήταν ότι εκείνος δεν μπορούσε να μιλήσει μέσα στο νερό. Εκείνη το κατάλαβε και του έκανε ένα νεύμα να περιμένει. Όταν ξαναγύρισε κρατούσε ένα καταγάλανο κοχύλι που όμοιο του δεν είχε ξαναδεί ο Άνεμος. Η γοργόνα τον πλησιάζει και με μεγάλη δεξιοτεχνία το καθαρίζει και του το προσφέρει για να το φάει. Μόλις το έφαγε της είπε με ευγνωμοσύνη, ευχαριστώ πολύ για το κοχύλι αλλά και για τη χτεσινή σου βοήθεια  που μου έσωσες τη ζωή. Κατά την διάρκεια της συνομιλίας του όμως, συνειδητοποιείσε ότι και μιλούσε αλλά και ανάπνεε άνετα στον βυθό. Μα  πως γίνεται αυτό; την ρώτησε. Το κοχύλι έχει αυτές τις μαγικές ιδιότητες του απάντησε αυτή τότε, με ένα χαμόγελο πονηρό. Και έτσι άρχισαν να μιλάνε με τις ώρες και δεν κατάλαβαν πως βράδιασε. Κάποια στιγμή λέει ο Άνεμος πρέπει να φύγω γιατί θα αρχίσουν να ανησυχούν στο σπίτι. Αφού την ευχαρίστησε για άλλη μια φορά και δώσανε υπόσχεση ότι θα βρίσκονται εκεί κάθε μέρα να τα λένε έφυγε για το σπίτι του χαρούμενος.

Πέρασαν δύο μήνες και κάθε μέρα συναντιόντουσαν στο ίδιο μέρος του βυθού. Εκείνη ερχόταν πάντα με ένα γαλάζιο κοχύλι στο χέρι που του το πρόσφερε με ευχαρίστηση και αγάπη. Ο Άνεμος την είχε ερωτευθεί παράφορα και δεν χώριζαν όλη μέρα παρά το βράδυ αργά μόνο.

Ένα όμορφο πρωινό, ο Άνεμος  έκανε πάλι την συνηθισμένη βουτιά του και περίμενε. Όμως μάταια, η γοργόνα του δεν φάνηκε πουθενά. Είχε πια βραδιάσει και ο νέος φανερά ανήσυχος και αποκαμωμένος βγήκε έξω στην παραλία. Είχε ένα πολύ κακό προαίσθημα ότι κάτι κακό συνέβη στην αγαπημένη του και τότε άρχισε τα κλάματα. Γιατί νέε μου κλαίς ακούστηκε μια βροντερή φωνή. Ο Άνεμος γύρισε και βλέπει έναν γεράκο με άσπρη γενειάδα που είχε καθίσει δίπλα του, έτοιμος να τον ακούσει.  Εκείνος του εξιστόρησε όλα τα γεγονότα, όπως  του είπε και την αγάπη του για εκείνη την πανέμορφη γοργόνα. Δεν μπορεί κάτι κακό πρέπει να της συμβαίνει για να μην έρθει είπε στο τέλος και έβαλε πάλι τα κλάματα.

Ο γέρος αφού άκουσε με μεγάλη προσοχή και αμίλητος όλη αυτή την ώρα που του μιλούσε  είπε. Άκου νέε μου την γοργόνα σου την έχουν πάρει οι κουρσάροι και την πάνε στην Αφρική να την πουλήσουν στον βασιλιά Μένανδρο που του αρέσουν οι όμορφες γυναίκες. Ωχ συμφορά που μας βρήκε λέει ο νέος ανήσυχος, πάει η αγάπη μου τι να κάνω για να την σώσω; που πρέπει να τρέξω; Χμ λέει ο γέροντας, επειδή βλέπω πόσο αγνά συναισθήματα αγάπης έχεις θα σε βοηθήσω εγώ. Μα πως; είπε απορημένος ο νέος. Άκου του λέει εγώ είμαι ο Θεός Ποσειδώνας και αγαπάω πολύ όλα τα πλάσματα του βασιλείου μου.

Λοιπόν σκέφτηκα να σε μεταμορφώσω σε αέρα, θα έχεις την δύναμη να τρέχεις με όσα χιλιόμετρα θέλεις. Ακόμα θα μπορείς να μετακινείς με ένα φύσημα σου ολόκληρα σπίτια, καράβια, δέντρα και ότι θελήσεις, δέχεσαι; Ο Άνεμος χωρίς να το σκεφτεί δέχτηκε αμέσως, το μόνο που τον ένοιαζε ήταν να σώσει την αγαπημένη του. Ο γέρος σηκώνεται πάνω και με μια κίνηση μεταμορφώνεται σε έναν ψηλό και πανίσχυρο άντρα. Στο χέρι του κρατούσε μια τρίαινα, χτυπάει απαλά τον νέο και τον μεταμορφώνει σε αέρα.

Ο Άνεμος χωρίς να χάσει καιρό, άρχισε ένα τρελό κυνηγητό. Στο πέρασμά του τον άκουγες να λυσσομανάει και να ουρλιάζει. Από την μανία του να φτάσει γρήγορα σήκωνε ότι έβρισκε μπροστά του. Η θάλασσα στο πέρασμα του άφριζε από την δύναμη και την γρηγοράδα του ανέμου. Και επιτέλους ο άνεμος μετά από δύο ώρες ξέφρενου τρεξίματος βλέπει το κουρσάρικο πλοίο που βρισκόταν η αγαπημένη του. Εκείνη ήταν δεμένη στην κουπαστή και καθώς έκλαιγε, ένοιωσε ένα αεράκι να χαϊδεύει το προσωπάκι της και να της λέει μην φοβάσαι αγαπημένη μου εγώ είμαι, ήρθα για να σε σώσω.

Αμέσως μετά άρχισε να φυσάει ο άνεμος με μεγάλη οργή και μανία. Τα κύματα σηκωνόταν πελώρια  και  άρχισαν να σκεπάζουν το καράβι. Οι πειρατές τρομοκρατημένοι κατέβηκαν στο αμπάρι για να γλυτώσουν, ένας πήγε και έλυσε την γοργόνα και την κατέβασε κάτω για να την επιβλέπει. Όμως σε κλάσματα δευτερολέπτου ένα μεγάλο κύμα αναποδογυρίζει το καράβι και το πάει στον πάτο της θάλασσας. Οι πειρατές πνίγηκαν όλοι και έτσι η γοργόνα ήταν και πάλι ελεύθερη.


Ο Άνεμος και η γοργόνα συνέχισαν να κάνουν παρέα και να λένε για την αγάπη τους, που τώρα πια ήταν αιώνια. Με μια μικρή διαφορά όμως τώρα ανέβαινε η γοργόνα στην επιφάνεια της θάλασσας και ο Άνεμος της ψιθύριζε λόγια αγάπης.

 Ο Άνεμος είχε μεταμορφωθεί στο γνωστό  στοιχείο της φύσης και θα ζούσε αιώνια μαζί με την αγαπημένη του. Αν καμιά φορά ακούτε τον άνεμο να φυσάει δυνατά και να σφυρίζει είναι γιατί κινδυνεύει η γοργόνα του και εκείνος τρέχει πάντα να την σώσει. Και έτσι ζουν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα.

Μύριαμ Κ. Ρόδος

Σάββατο 10 Δεκεμβρίου 2011

ΝΤΡΟΠΗ, ΕΧΟΥΜΕ ΜΑΖΙΚΗ ΦΥΓΗ ΕΛΛΗΝΩΝ, ΓΙΑΤΙ;

Ντροπή σε όλες τις κυβερνήσεις που συντέλεσαν σε αυτό το σπουδαίο έργο. Έχουμε μαζική φυγή των Ελλήνων στο εξωτερικό γιατί δεν βρίσκουν πια πουθενά δουλειά.

Σήμερα κάποιος φίλος μου που ονομάζεται Δημήτρης, μας ανακοίνωσε ότι φεύγει στο εξωτερικό αφού δεν έχει εδώ δουλειά να θρέψει την οικογένεια του. Να ξέρατε πόσο οργή και θυμό νοιώθω με τις κυβερνήσεις αχρηστίας που είχαμε και συνεχίζουμε να έχουμε. Πριν μια εβδομάδα έφυγε πάλι ένας οικογενειακός μας φίλος με ολόκληρη την οικογένεια, δηλαδή μάλλον έχουμε μαζική φυγή στο  εξωτερικό όσοι δεν το καταλάβατε. Και αναρωτιέμαι, εδώ τελικά ποιοί θα μείνουν; Οι  γυναίκες μόνες και τα παιδιά να μεγαλώνουν πάλι χωρίς την πατρική φροντίδα; Και γιατί παρακαλώ; γιατί κάποιοι απατεώνες φρόντισαν να μαραζώσουν τον παραγωγικό και οικονομικό ιστό  της Ελλάδας  που με τόσο κόπο χτίσαμε. Α!!! ξέχασα θα μείνουν και οι λαθρομετανάστες, αυτοί που τόσο εύκολα μας κουβαλήθηκαν, επειδή έτσι το ήθελαν μερικοί πολιτικοί..

Με λίγα λόγια πάει η Ελλάδα μας πεθαίνει. Και έρχονται κάποιοι με τόσο πολύ θράσος που εμένα με κάνουν να αναρωτιέμαι  και να λένε ότι όλα είναι καλά και ανθηρά. Όταν μάλιστα κάποιος πολίτης διαμαρτυρηθεί τον λένε παράλογο, τρελό ή φασίστα. Μάλλον έχουν μπερδέψει τα μπούτια τους, γιατί ο φασισμός είναι άλλο πράγμα και όχι η ανοιχτή διαμαρτυρία σε ένα άχρηστο καθεστώς.  Πάντως είναι άξιο απορίας πως  αυτοί δεν βλέπουν; Δεν έχουν σπίτι να συντηρήσουν; οικογένεια; παιδιά; Εκτός και αν είναι άτομα ξέμπαρκα ή με μικρής εμβέλειας μυαλό. Αν όχι από αυτά τα δύο, μπορεί να είναι ή καλοβολεμένοι ή συγγενείς με όλους αυτούς τους άχρηστους πολιτικούς. Αλλιώς πείτε μου εσείς πως το εξηγείτε;

Οι φίλοι μου φέτος θα κάνουν γιορτές μακριά από την οικογένεια και τους φίλους. Αυτό το θεωρείτε δικαιοσύνη εσείς; Γνωρίζετε κάποιες  χρονιές που υπήρχε πάλι μαζική φυγή;  Αυτό ήταν  μετά τον πόλεμο που υπήρχε η μεταπολεμική φτώχεια, τώρα τι έχουμε; προπολεμική χρεοκοπία; Ντροπή σε όλους εσάς που φτάσατε την χώρα μας σε αυτό το χάλι. Ντροπή και σε εσάς που στηρίζετε ακόμα αυτά τα άτομα, από όποια παράταξη και αν βρίσκονται. Με κάνετε να σκεφτώ ότι δεν είστε Έλληνες μια και δεν αγαπάτε καθόλου την πατρίδα, κοιτάτε τα συμφέροντα σας και κρύβεστε πίσω από το δάχτυλο σας.

Όμως  ένα θα σας πω ο Έλληνας είναι πεισματάρης και αγωνιστής, όταν κάποτε όλα τελειώσουν, σίγουρα θα  αποδοθεί δικαιοσύνη και τότε αλλοίμονο σε όλους αυτούς τους προδότες. Και εγώ δεν μιλάω για κρεμάλες και απαγχονισμούς, γιατί απέχω πολύ από αυτά. Μιλάω όμως για ισόβια κάθειρξη ή για την έξοδο τους για πάντα από την χώρα. Αν και γνωρίζω ότι  σύμφωνα με τους νόμους που έχουν ψηφίσει, όχι μόνο δεν είναι δυνατόν να καταδικαστούν για κάτι, αλλά ούτε καν να κατηγορηθούν. Με λυπεί ότι όλοι αυτοί που πρόδωσαν με τόση ευκολία και χωρίς ίχνος συνείδησης, θα συνεχίσουν να τρώνε και να πίνουν στην υγειά των κορόιδων.

Τώρα μάλιστα  η κυβέρνηση τα έβαλε  και με τους ηλικιωμένους. Σκέφτηκε, αφού οι νέοι είναι άνεργοι από που θα αρμέγουμε; Και ναααα!!! ιδού το θαύμα, το καλύτερο πρόβατο για κούρεμα είναι ο συνταξιούχος. Αυτοί έχουν σταθερό μηνιάτικο άσχετα αν είναι της πείνας, δεν έχει καμιά σημασία. Παππούλη και γιαγιάκα εσύ θα πληρώσεις όλες τις αμαρτίες, εσύ θα μας ξεχρεώσεις από τα χρέη που μας άφησαν οι κλεψιές τους.  Μα όμως παππού Κωστή χτες όταν με ρώτησες πως θα τα βγάλεις πέρα, θυμάσαι τι σου απάντησα; Η κυβέρνηση μετά από συμβουλές ιατρών σκέφτηκε πολύ καλά το θέμα της υγείας σας. Κοίτα παππού, εσύ έχεις ζάχαρο και χοληστερίνη έτσι; Λοιπόν αν σου κουρέψουν την σύνταξη να γίνεις χορτοφάγος, ξέρεις τι υγιεινή διατροφή είναι αυτή; κρέατα τέλος, αυγά τέλος, γάλα, τέλος, ψωμί τέλος, φρούτα τέλος αν καπνίζεις τσιγάρα τέλος. Τυράκια γλυκάκια κουραμπιεδάκια τέλος. Θα πηγαίνεις στο καφενείο κάθε Πάσχα και Χριστούγεννα, τάβλι τέλος. Δες πόσες κακές συνήθειες σου κόβει η κυβέρνηση,  ναμην σε ξανακούσω να έχεις παράπονο ε;


Εσύ γιαγιά Μελπομένη με ρώτησες πως θα παίρνεις τα φάρμακα σου έτσι; Ε λοιπόν σου απαντώ τα φάρμακα τέλος και για σένα, τι να τα κάνεις; . Δεν φτάνουν τα χρήματα πια για γιατρούς και φάρμακα να προσέχεις να μην αρρωστήσεις,  απαγορεύεται αυστηρά στην χώρα μας αυτό. Αλλιώς θα ξαπλώσεις όμορφα και ωραία και θα περιμένεις τον κύριο χάρο να έρθει να σε πάρει. Αυτό θέλουν και αυτοί να μειωθεί στο ελάχιστο η Ελλάδα και να κάνουν ότι θέλουν. Σου προτείνω γιαγιάκα να αρχίσεις την γιόγκα και την ομοιοπαθητική, ακόμα να πάς να κάνεις αεροβική γυμναστική σαν τους Κινέζους. Τι δεν μπορείς; α! να μπορέσεις, μια γιόγκα την ημέρα τον γιατρό τον κάνει πέρα. Θα δεις ωραίαααα που είναι θα μπουρδουκλωθείς θα σπάσεις κανένα κόκκαλο έτσι που είναι ευαίσθητα αλλά κατά τα άλλα όλα καλά θα πάνε. Άντε ξεκίνα να σε δω.

Μύριαμ Κ. Ρόδος

Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου 2011

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΓΙΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΧΑΡΑ

Τα Χριστούγεννα είναι μια γιορτή που αγαπάνε όλα τα παιδιά. Μέσα στο μυαλό τους είναι πλασμένη  σαν την πιο όμορφη γιορτή του χρόνου. Περιμένουν με αγωνία να δουν το πρωτοχρονιάτικο δώρο που θα τους φέρει ο Αϊ Βασίλης. Παράλληλα όμως είναι και μια σπουδαία γιορτή της ορθοδοξίας, καθώς έχει γεννηθεί ο μεσσίας μας.  Σε όλο τον κόσμο γιορτάζουν με λαμπρότητα την ημέρα αυτή.

Είναι πολύ σπουδαίος αλλά και μαγικός ο κόσμος των Χριστουγέννων για τα παιδιά. Μερικοί προτιμούν να  απομυθοποιήσουν αυτή την εικόνα στα μάτια των παιδιών και εδώ είναι το μεγάλο λάθος. Τα μικρά όταν θα μεγαλώσουν δεν θα έχουν το ρομαντικό στοιχείο που είναι τόσο όμορφο και είναι κρίμα. Θυμηθείτε πόσο αγωνία και χαρά είχατε εσείς όταν περιμένατε να έρθουν τα Χριστούγεννα.

 Πόσες φορές λέγατε από μέσα σας ή ρωτούσατε την μαμά σας για το δώρο που θα σας φέρει  ο  Άγιος Βασίλης;  Πόσες φορές δεν τρέξατε να δείξετε στους φίλους τα δώρα που σας έφερε;  Πόσοι από εσάς δεν του έχετε γράψει γράμμα και του ζητούσατε διάφορα παιχνίδια; Και σε πόσους από εσάς είναι καταγραμμένα στην μνήμη σας κάποια δωράκια του Άγιου μας Βασίλη; Γι αυτό μην θέλετε και μην νομίζετε ότι είναι σωστό να τους χαλάσετε αυτή την μαγεία. Αφήστε τα στον παιδικό κόσμο τους που είναι υπέροχος και χωρίς βρωμιά και μιζέρια.




Η γιορτινή ατμόσφαιρα προσθέτει μια μαγεία  αυτές τις ημέρες.  Το χριστουγεννιάτικο δέντρο στολισμένο με πολύχρωμες μπάλες και φωταγωγημένο είναι κάτι μαγικό που αρέσει σε μικρούς και μεγάλους. Τα παιδιά περιμένουν να βγουν στους δρόμους να πουν τα κάλαντα και να διαλαλήσουν παντού πως ο Χριστός γεννήθηκε. Αυτό τείνει να εκλείψει στις μεγαλουπόλεις, γιατί δυστυχώς υπάρχουν οι αχρείοι, που αυτές τις άγιες μέρες περιμένουν να ληστέψουν ακόμα και τα μικρά  αθώα παιδιά.

Σε μια μικρή όμως πόλη ή χωριό όλα αυτά τα ωραία  πράγματα που συνθέτουν τα Χριστούγεννα ακόμα ευτυχώς υπάρχουν. Τα παιδιά ξεχύνονται στους δρόμους με τα τρίγωνα  τους και παντού ακούς παιδικές φωνούλες να λένε τα κάλαντα. Οι νοικοκυρές αρχίζουν τις προετοιμασίες, να φτιάξουν τα μελομακάρονα, τους κουραμπιέδες και άλλα τοπικά γλυκά. Όταν περνάς από τις γειτονιές οι μυρωδιές σου γαργαλάνε την μύτη. Ο μπογιατζής αυτές τις ημέρες έχει την τιμητική του, καθώς οι περισσότερες νοικοκυρές θα βάψουν τα σπίτια τους για να υποδεχτούν τον καινούριο χρόνο.

Την παραμονή των Χριστουγέννων η μυρωδιά από τις γαλοπούλες και τα κοκόρια που βάζουν στον φούρνο οι γυναίκες σου σπάει την μύτη. Το βράδυ είναι πολύ όμορφα να κάνεις μια βόλτα και να βλέπεις όλα τα σπίτια στολισμένα, τα χιλιάδες λαμπάκια σε καθηλώνουν καμιά φορά και σταματάς λίγο να τα χαζέψεις.

 Οι νοικοκυρές βάζουν όλη την τέχνη και το γούστο που έχουν για κάνουν όσο πιο όμορφο γίνεται ένα χριστουγεννιάτικο δέντρο. Καμία φορά συναγωνίζονται μεταξύ τους για το ποια θα στολίσει πιο όμορφα το δέντρο της. Την πρωτοχρονιά μαζεύεται όλη η οικογένεια να κόψει την βασιλόπιτα και να δει τα δώρα που βρίσκονται κάτω από το δέντρο. Η χαρά φωτίζει όλων τα πρόσωπα και περισσότερο των παιδιών.

Ελπίζω  και παρακαλώ να μπορέσουν όλοι οι άνθρωποι να γιορτάσουν  αυτά τα Χριστούγεννα. Δυστυχώς όμως  πολλά σπίτια, δεν θα μπορέσουν να έχουν τα βασικά που χρειάζεται για μια τέτοια ξεχωριστή μέρα. Τα παιδιά πρέπει πάση θυσία να γιορτάσουν και να χαρούν τις μέρες αυτές. Όσοι από εσάς μπορείτε και αντιληφθείτε ότι μια οικογένεια αδυνατεί βοηθήστε την όσο μπορείτε ακόμα και από το υστέρημα σας. Αυτό πιστέψτε με θα σας δώσει μεγάλη χαρά και θα σας κάνει να νοιώσετε σαν μικρά Άγιο Βασιλάκια. Και ακόμα θα έχετε μια ηθική ικανοποίηση, που θα σας κάνει να αισθανθείτε  άνθρωποι, μέσα στην ζούγκλα που ζούμε.


Αφήστε λοιπόν τη γκρίνια, την απογοήτευση, και την μουρμούρα και   ξεκινήστε.  Ψάξετε να δείτε που θα μπορούσατε να γίνετε Άγιοι Βασίληδες.

Καλή επιτυχία, καλή χρονιά με υγεία και πάντα να είστε άξιοι να δίνετε μια μικρή χαρά.

Μύριαμ Κ. Ρόδος

Τρίτη 6 Δεκεμβρίου 2011

ΑΠΟΚΤΗΣΤΕ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΟΔΗΓΟΥ





Είναι τραγικό από μια απρόσεκτη οδήγηση να αφαιρείτε μια ανθρώπινη ζωή. Αναρωτηθήκατε ποτέ τι μπορεί να φέρει μια στιγμή απροσεξίας; Είναι πολύ βασικό να μάθουμε να συμπεριφερόμαστε σαν οδηγοί εμείς οι Έλληνες. Οι κώδικες οδικής συμπεριφοράς δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο για να περάσετε από τα τεστ  για να πάρετε το δίπλωμα και μετά να τα ξεχάσετε όλα.  Άσε που μερικοί δεν τον διαβάζουν καν. Πληρώνουν κάποιους ασυνείδητους  κομπιναδόρους και το παίρνουν έτσι χωρίς να ξέρουν καλά καλά να οδηγούν.





Όταν κάποιος την ώρα που οδηγεί μιλάει στο κινητό ή στον συνοδηγό του είναι επόμενο να κάπου να χάσει την προσοχή του και να την πληρώσει με ένα ατύχημα κάποιος αθώος ή και ο ίδιος ακόμα. Η ταχύτητα είναι ακόμα ένα σημάδι ανωριμότητας του οδηγού. Γιατί ρε κύριε-α τρέχεις; τι προσπαθείς να πιάσεις του παπά τα γένια; δεν ξέρεις ότι όταν οδηγείς τρελά δεν προλαβαίνεις να αντιδράσεις; Ένα άλλο που κάνουν οι απρόσεκτοι οδηγοί είναι να παραβιάζουν φανάρια, άλλη εξυπνάδα αυτή. Πολλές φορές έχουν παρασυρθεί πεζοί επειδή κάποιος ανόητος δεν περίμενε να ανάψει το φανάρι, ήταν ανυπόμονος βλέπετε και την πλήρωσε κάποιος αθώος.

Την περασμένη εβδομάδα  διάβασα  πάλι για ένα τροχαίο. Κάποιος πέρασε με τρομερή ταχύτητα και παρέσυρε μια μάνα με το κοριτσάκι της. Αυτές βρισκόταν στη στάση του λεωφορείου. Πέρασε λοιπόν ο κύριος και πάνω σε έναν ελιγμό ανέβηκε στο πεζοδρόμιο και χτύπησε μάνα και κόρη και δεν έφτανε αυτό τους παράτησε και έφυγε σαν να μην συμβαίνει τίποτα. Το κοριτσάκι είναι σε πολύ άσχημη κατάσταση και η μάνα εκτός από τα σπασίματα έχει πάθει νευρικό κλονισμό.  Και πείτε τώρα εσείς τι του χρειάζεται αυτού του εγκληματία; Ο πατέρας του παιδιού κάνει έρευνες μαζί με την τροχαία, αλλοίμονο αν βρεθεί στα χέρια του. Κάτω από την ψυχολογική πίεση  των γεγονότων δεν λογαριάζει τίποτα και δεν έχει και άδικο εδώ που τα λέμε.

Συμπερασματικά από όλα αυτά που βλέπουμε μερικοί οδηγοί είναι  απάνθρωποι. Έκανες που έκανες την βλακεία σου τουλάχιστον  σταμάτα να δώσεις κάποια βοήθεια στα θύματα σου. Τι το σκας σαν λαγός; που είναι η μαγκιά σου;  Περιορίζεται  μόνο στο να χτυπάς και μετά δεν θέλεις ευθύνες; με την συνείδηση σου πως τα πας; αλλά τι λέω που να την βρεις εσύ, γιατί αν είχες δεν θα φερόσουν έτσι. Το καλό με την παραπάνω υπόθεση είναι ότι υπήρχαν μάρτυρες που είδαν το συμβάν και οι άνθρωποι κατέθεσαν και έδωσαν στοιχεία. Είναι θέμα ημερών να βρεθεί.

Γι αυτό πρέπει όλοι αυτοί που οδηγούν να μάθουν να συμπεριφέρονται σαν οδηγοί και να τηρούν όλους τους κανόνες. Με τίποτα δεν παίζουμε με την ζωή των ανθρώπων και με την δική σας φυσικά που κινδυνεύει με αυτή την απροσάρμοστη χωρίς κανόνες οδήγηση. Δεν πίνετε όταν οδηγάτε, δεν μιλάτε να αποσπάτε αλλού την προσοχή, φοράτε πάντα κράνος όσοι επιβαίνεται σε δίκυκλα, δεν τρέχετε.  Αλλά το βασικότερο αν σας τύχει να χτυπήσετε κατά λάθος κάποιον άνθρωπο σταματάτε και βοηθάτε. Δεν τους αφήνετε στην τύχη τους. Και οι άνθρωποι που ήταν εκεί  και είδαν ένα τέτοιο ατύχημα και την εγκατάλειψη να μην φοβούνται να καταθέσουν, ώστε   να συλληφθεί αυτός ο ασυνείδητος οδηγός.

Μύριαμ Κ. Ρόδος